Σάββατο 18 Ιουνίου 2011

ΟΝΝΕΔ: Ελληνική Παιδεία - Η μνημονιακή λογική της κυβέρνησης

Η δύσκολη οικονομική και κοινωνική συγκυρία που βιώνει η χώρα μας, αναδεικνύει τη σημασία της Παιδείας. Της Παιδείας τόσο ως κοινωνικής διαδικασίας όσο και ως ενός συστήματος παροχής γνώσεων και αξιών. Στις σύγχρονες κοινωνίες, η οργανωμένη εκπαίδευση αποτελεί, ή καλύτερα πρέπει να αποτελεί, τον ιδανικό διαμορφωτή των νέων ανθρώπων ως φορέων γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων.

Η μέγιστη αυτή συνεισφορά της στη διαμόρφωση των ανθρώπων, δυστυχώς, στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, έχει παραμεληθεί. Παραγνωρίζοντας, την διαπίστωση ότι «πολιτεία που δεν έχει σαν βάση της την παιδεία, είναι οικοδομή πάνω στην άμμο», στη μεταπολεμική Ελλάδα δομήθηκε ένα σύστημα Δημόσιας Παιδείας, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται  αφενός στις σύγχρονες ανάγκες των μαθητών και των οικογενειών τους αφετέρου στις απαιτητικές και πλήρως ανταγωνιστικές κοινωνικές, οικονομικές και επαγγελματικές συνθήκες. Άλλωστε, σήμερα αποδεικνύεται με τον πιο σκληρό τρόπο, πως οι βάσεις της ελληνικής κοινωνίας και του μοντέλου ανάπτυξής της, είναι αδύναμες και αναποτελεσματικές.
Απαίτηση των νέων ανθρώπων και των οικογενειών τους, είναι η αυτονόητη ενδυνάμωση της Δημόσιας Παιδείας, ώστε το πιο υγιές και ελπιδοφόρο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, οι μαθητές, να καταστούν ο μοχλός ανάπτυξης και προόδου της χώρας. Οι σημερινοί μαθητές αποτελούν τους αυριανούς επιστήμονες, τους αυριανούς επαγγελματίες, εντέλει την μελλοντική γενιά που θα κληθεί να αναλάβει τις τύχες αυτού του τόπου.
Ωστόσο, οι εξελίξεις στον χώρο της Παιδείας, δεν φαίνεται να κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Ξεκινώντας από την απόφαση της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων για την κατάργηση της «βάσης του δέκα», η μόνη συνέπεια αυτής της επιλογής, ήταν η υποβάθμιση του επιπέδου Ανωτάτων σπουδών και η απαξίωση  του τελευταίου μέτρου που εξασφάλιζε την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση σε υποψηφίους με ένα αξιοπρεπές υπόβαθρο γνώσεων.  Ενδεικτικά στοιχεία της πρωτοφανούς αυτής απαξίωσης είναι τα εξής : 28 Πανεπιστημιακές σχολές και 102 Τμήματα ΤΕΙ έχουν βάση εισαγωγής βαθμό κάτω του «10», σε 8 Πανεπιστημιακές σχολές και 56 Τμήματα ΤΕΙ εισάγονται υποψήφιοι με βαθμό πρόσβασης χαμηλότερο του «6» και, τέλος, σε Τμήματα των ΤΕΙ εισάγονται υποψήφιοι με βαθμό πρόσβασης μικρότερο του «1».
Η πολιτική της «κάλυψης των κενών θέσεων», που εφαρμόστηκε για την εισαγωγή  στα εκπαιδευτικά Ιδρύματα, δεν ακολουθήθηκε αντίστοιχα για την πλήρωση των κενών θέσεων εκπαιδευτικών. Φέτος, διορίστηκαν 2.825 εκπαιδευτικοί, ενώ συνταξιοδοτούνται 11.466. Αντίστοιχα, πέρυσι διορίστηκαν 6.000 εκπαιδευτικοί, συνταξιοδοτήθηκαν 4.355 και υπήρχαν 7.000 κενές θέσεις στα σχολεία. Είναι άμεση ανάγκη να ληφθούν οριστικά όλα τα απαραίτητα μέτρα και οι θεσμικές εκείνες αλλαγές που θα αναδιαμορφώσουν τις υπάρχουσες συνθήκες. Μέτρα όπως η νομοθετική ρύθμιση και εφαρμογή στην πράξη ανωτάτου ορίου 25 μαθητών ανά τμήμα, ο εξορθολογισμός των ειδικοτήτων καθηγητών (στην Ελλάδα υπάρχουν 110 ειδικότητες καθηγητών, ενώ στη Βρετανία είναι μόνο 28), η αναδιαμόρφωση του προγράμματος σπουδών και η καταγραφή των πραγματικών αναγκών κάθε σχολείου με σκοπό την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού.
Στη συνέχεια, είδαμε το Υπουργείο να περικόπτει τη δαπάνη της μεταφοράς των μαθητών των Αθλητικών Γυμνασίων και Λυκείων της χώρας (Τ.Α.Δ.-Ε.Τ.Α.Δ.) εν μέσω της σχολικής χρονιάς, αποδεικνύοντας την ανευθυνότητα και την πλήρη απουσία προγραμματισμού από το Υπουργείο.
Τέλος, οι καταργήσεις-συγχωνεύσεις σχολείων, ήρθαν να δώσουν τη χαριστική βολή στο ελληνικό σχολείο. Η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.., προχωρά στην εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής στον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας. Από τις πιο ορατές συνέπειες είναι η οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών (και ιδιαίτερα αυτών με τα χαμηλότερα εισοδήματα), η αύξηση των μαθητών που αναλογούν σε κάθε αίθουσα (αλλά και σε κάθε διδάσκοντα) που θα δυσχεράνει τις συνθήκες εκπαίδευσης, επιτήρησης και προστασίας των μαθητών, αλλά και τη σπατάλη του χρόνου τους.
Η μεγαλύτερη όμως πληγή της ελληνικής εκπαίδευσης, είναι το σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Από το 1976, οι ελληνικές κυβερνήσεις επιχείρησαν 8 φορές να «μεταρρυθμίσουν» το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Οι κάθε λογής πειραματισμοί με το μέλλον της μαθητιώσας νεολαίας, το μόνο που πέτυχαν ήταν σύγχυση. Η απουσία μακροχρόνιου σχεδιασμού και σταθερότητας του εκπαιδευτικού συστήματος, αποτελεί δυσάρεστο ελληνικό φαινόμενο. Πλέον, έχει καταστεί άμεση όσο ποτέ η ανάγκη όλες οι πολιτικές δυνάμεις και οι εμπλεκόμενοι φορείς να καταρτίσουν μία πρόταση σοβαρή και μελετημένη. Μία πρόταση λειτουργική και εφαρμόσιμη. Μία πρόταση σύγχρονη και καινοτόμα. Η απαιτούμενη μεταρρύθμιση  απαιτεί  λύκεια αναβαθμισμένα και συγκροτημένα.  Ο σχολικός επαγγελματικός προσανατολισμός πρέπει να λειτουργήσει στην πράξη και παράλληλα να καλλιεργούνται οι δεξιότητες κάθε μαθητή.
Η Πολιτεία, η πολιτική και η κοινωνία πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην γνώση και στην Παιδεία, που πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επένδυση για το μέλλον και όχι ως πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, επικοινωνιακών χειρισμών και περικοπών δαπανών χωρίς μεγάλο πολιτικό κόστος. Μόνο έτσι το εκπαιδευτικό σύστημα θα παρέχει την απαραίτητη μόρφωση αλλά και καλλιέργεια προς τους νέους και θα τους παρέχει τα κατάλληλα εφόδια ώστε να είναι όχι μόνο επαγγελματική επιτυχημένοι αλλά και κοινωνικά ωφέλιμοι.


Απόστολος Γ. Παπαποστόλου
Μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου της Ο.Ν.ΝΕ.Δ.
και Υπεύθυνος Μαθητικής Ανεξάρτητης Κίνησης

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου