Τότε οι συνταξιούχοι έπαιρναν αύξηση 4%, οι μισθωτοί 2,5%, η βενζίνη κόστιζε 65 λεπτά, το εισιτήριο του τρόλεϊ 0,44 και όλοι έτρεχαν να κάνουν τις χριστουγεννιάτικες αγορές τους. Τώρα...
Περιμένοντας τα Χριστούγεννα. Με απεργίες, απελπισμένους ανέργους, απλήρωτους εργαζόμενους, τη μία επιχείρηση να κλείνει μετά την άλλη και με ένα ευρώ ετοιμόρροπο, αναρωτιόμαστε πώς ήταν και πόσο κόστιζε η ζωή μας δέκα χρόνια πριν, όταν άρχιζε η «εξοικείωσή» μας για να μπούμε στο ευρώ.
Στις 18 Δεκεμβρίου 2001, η «Ελευθεροτυπία» κυκλοφορούσε με τον τίτλο «ΕΥΡΩ-ΜΑΝΙΑ» και το Reuter μετέδιδε διεθνώς μια φωτογραφία με δύο ελληνικά σουβλάκια με γύρο που ήταν γαρνιρισμένα με κέρματα του ευρώ. Ηταν η μόνη φωτογραφία για το Reuter που θα μπορούσε να είχε διεθνή απήχηση για μια Ελλάδα που «σπαρταράει» στη θέα του νέου νομίσματος. Διανύαμε τις πρώτες μέρες εξοικείωσής μας με το ευρώ που έγινε ανάρπαστο τότε, με τους συνταξιούχους -τραγική ειρωνεία- να είναι οι πρώτοι στη λίστα των πολιτών που έσπευσαν να προμηθευθούν από τις τράπεζες έναντι 5.000 δραχμών τα σακουλάκια των 14,67 ευρώ!
Τα περίφημα «starter kits» δεν έτυχαν ανάλογης ανταπόκρισης μόνο στη χώρα μας, αλλά και στη Γερμανία με τις ατέλειωτες ουρές των γερμανών πολιτών να στέκονται στο κρύο για να τα προμηθευθούν! Η μόνη χώρα που αδιαφόρησε ήταν η Ολλανδία, που αν και δινόταν δωρεάν το ευρωσακουλάκι, ελάχιστοι Ολλανδοί το πήραν.
Τρία εκατομμύρια starter kits αγοράσαμε και όλα κυλούσαν αισιόδοξα. Αν και λίγες ημέρες μετά θα μαθαίναμε ότι ανήκουμε στους πιο χαμηλόμισθους Ευρωπαίους, που μάλιστα πληρώνουμε πανάκριβα δημόσιες υπηρεσίες και αγαθά. Μας χρειάστηκαν δέκα χρόνια για να το εμπεδώσουμε στην πράξη με τον πιο σκληρό τρόπο.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι σαν σήμερα πριν από δέκα χρόνια η αμόλυβδη βενζίνη είχε 0,65 λεπτά το λίτρο, τώρα η φθηνότερη τιμή αγγίζει το 1,55. Το πετρέλαιο θέρμανσης από τα 0,65 λεπτά το λίτρο ανέβηκε στο 0,95 ευρώ. Το τρίωρο πάρκινγκ στο κέντρο της Αθήνας πριν από δέκα χρόνια κόστιζε κατά μέσον όρο 4,40 ευρώ, τώρα η κάθε ώρα ξεκινάει από 6 ευρώ και πάνω (ανάλογα την περιοχή). Το εισιτήριο στο λεωφορείο και το τρόλεϊ στοίχιζε 0,44 λεπτά, τώρα 1,20 ευρώ. Το Intercity Αθήνα-Θεσσαλονίκη από 27,58 ευρώ, τώρα μας κοστίζει 55,40 ευρώ.
Εκείνες τις τελευταίες ημέρες του 2001 πριν από την επίσημη έλευση του ευρώ, την 1/1/2002 κανείς δεν ανησυχούσε για το πώς εξελισσόταν η καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων ενόψει των εορτών. Οι δημόσιοι υπάλληλοι παρακολουθούσαν τις ανακοινώσεις του πρώτου προϋπολογισμού σε ευρώ που προέβλεπε αναδιανομή άνω των 600 δισ. δραχμών για αυξήσεις μισθών πέραν της επίσημης εισοδηματικής πολιτικής. Η αύξηση που προβλεπόταν στους μισθούς τους ήταν 2,5% και στις συντάξεις 4%.
Και πάλι ελάχιστες «μουρμούρες» για τις ακριβές υπηρεσίες. Από την κοινοτική έκθεση «Καταναλωτές στην Ευρώπη» προέκυπτε ότι κάθε ελληνικό νοικοκυριό έδινε το 2,4% των συνολικών του δαπανών στην παιδεία. Στη λίστα μετά από εμάς ακολουθούσαν οι Ισπανοί και οι Ισλανδοί με 1,4%. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη των «15» τότε, ήταν μόλις 0,83%! Οσο για την υγεία, κι εκεί ακριβά την πληρώναμε. Δίναμε το 6,3% των δαπανών μας και κατείχαμε την πρωτιά, με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο να κινείται στο 3,28%.
Η αγοραστική μας δύναμη τότε ήταν η μισή απ' όλους τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.
Στις 23 Δεκεμβρίου 2001 η «Ε» κυκλοφορούσε με τον καθ' όλα προφητικό τίτλο: Οι ανεπάρκειες της «ψωροκώσταινας» βαρύνουν την «ευρωκώσταινα»!
Οι τιμές μέσα σε λίγες ημέρες ανέβηκαν στα ύψη!
Φυσικά και δεν μας πτοούσε τίποτα εκείνα τα Χριστούγεννα του 2001. Το μόνο εμπόδιο για την έξοδο των εορτών μας δεν ήταν αυτά τα δύο στοιχεία, αλλά ο έντονος χιονιάς που έπληττε τη χώρα.
Κι ερχόμαστε στην εορταστική αναμονή του 2011 που πλήττεται από έναν διαφορετικό «χιονιά», με τους περισσότερους ειδικούς από τον τομέα του marketing να διανύουν περίοδο brain storming ώστε να προσελκύσουν καταναλωτές στις αλυσίδες σουπερμάρκετ και τα μεγάλα πολυκαταστήματα. «Ο έλληνας καταναλωτής διακατέχεται από φόβο και απάθεια», διαβάζουμε σε μία από τις δεκάδες μελέτες.
Αλλοι ειδικοί περιγράφουν το βίαιο -λόγω κρίσης- «ξύπνημα» του έλληνα καταναλωτή ως «καταναλωτική νοημοσύνη» και άλλοι ως αναγκαίο κακό. Το σίγουρο είναι πως ο Ελληνας, ακόμη και την περίοδο των Χριστουγέννων αντιμετωπίζει σκωπτικά τις αγορές του, όχι μόνον διότι είναι άνεργος ή με επαγγελματικά αβέβαιο μέλλον, αλλά διότι έχει αρχίσει να σκέφτεται που δίνει τα χρήματά του...
Πλέον, οι μεγάλοι παίκτες του εμπορίου στρέφονται σε λύσεις για επαναπροσέγγιση των καταναλωτών, οι οποίες προϋποθέτουν «δημιουργία ενθουσιασμού στα κατά τόπους καταστήματα» και όχι «μαζική διαφήμιση».
Ο τζίρος της αγοράς αναμένεται να μειωθεί κατά 22%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Οι εννέα στους δέκα περιόρισαν δραματικά τις δαπάνες για τη διασκέδαση αλλά και την ένδυση - υπόδησή τους.
Μελέτη της Αμερικανικής Εθνικής Ομοσπονδίας Λιανικού Εμπορίου αναφέρει μεταξύ άλλων: «Εμφανίζονται τάσεις στροφής προς τα εκπτωτικά εμπορικά καταστήματα, τα προϊόντα ιδιωτικής αλυσίδας, τη μείωση του delivery φαγητού, τον περιορισμό των ποσών που διατίθενται για την αγορά μεγάλων αντικειμένων για το σπίτι και κυρίως παρατηρείται μεγαλύτερη ευαισθησία σε θέματα τιμών».
Ποια θα είναι η συνέχεια;
Σε «ενδοεταιρική» ανάλυση για τη συμπεριφορά των καταναλωτών προβλέπεται: «Με το πέρασμα μιας οικονομικής κρίσης, οι στάσεις και οι συμπεριφορές των καταναλωτών επιστρέφουν στις "κανονικές" συνήθως μέσα σε ένα ή δύο χρόνια. Η σημερινή ωστόσο κρίση είναι πολύ βαθιά και μπορεί να οδηγήσει σε μεταλλάξεις της καταναλωτικής συμπεριφοράς πιο μόνιμου χαρακτήρα. Παρ' όλα αυτά, ένα χαρακτηριστικό όσων από τους καταναλωτές συνεχίσουν τη χαμηλή κατανάλωση όπως και εκείνων που δεν έχουν τόσο ανάγκη τα μετρητά, θα είναι η εμπιστοσύνη στα επώνυμα προϊόντα. Για τους μεν αποτελούν εγγύηση των χρημάτων τους, για τους δε δηλώσεις κύρους και ποιότητας. Για το λόγο αυτό η επικοινωνία που χτίζει συναισθηματική σχέση με τον καταναλωτή θα είναι πάντα επίκαιρη».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου