Μέχρι πρόσφατα όταν κάποιος έκανε αναφορά στην Ελλάδα στις λέξεις
«δικτατορία» ή «χούντα», θεωρείτο αυτονόητο ότι αναφερόταν στα σκοτεινά
χρόνια της «επταετίας». Το μυαλό του Έλληνα είχε εμποτιστεί με αυτό το
συνειρμό στο πέρασμα των ετών και αυτομάτως γινόταν ο συνδυασμός της
λέξης με την πολιτική περίοδο. Το ίδιο ίσχυε και όταν θέλαμε να
περιγράψουμε μια κατάσταση ολοκληρωτισμού, περιορισμού των ατομικών
ελευθεριών, της ελευθερίας του λόγου ή της άποψης, της καταπίεσης σε
επίπεδο δραστηριοτήτων έτσι όπως τις αντιλαμβανόμαστε σήμερα, με τις
γνωστές συγχύσεις που κάνουμε κατά καιρούς με την έννοια της ασυδοσίας.
Υπό μια ευρεία ερμηνεία και περιγραφή των γεγονότων, η περίοδος της «χούντας των συνταγματαρχών», θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από τη δικτατορία της σιωπής. Περίοδος κατά την οποία δύσκολα μπορούσε να ακουστεί η οποιαδήποτε διαφορετική ή επικριτική άποψη προς το καθεστώς, ακριβώς επειδή την σκέπαζε ο στρατιωτικός νόμος της σιωπής, επειδή η λογοκρισία ήταν καθημερινή πρακτική, επειδή τα πάντα πέρναγαν από το καθεστωτικό κόσκινο που αποφάσιζε τι ήταν «καλό» να μάθουν οι πολίτες και τι όχι.
Εκείνο που έπνιγε δηλαδή τους πολίτες ήταν η επιβεβλημένη σιωπή, το να μη μπορούσε κάποιος ελεύθερα να εκφράσει την άποψή του ακόμα και μέσα στο σπίτι του, υπό τον φόβο των συνεπειών για τον ίδιο και την οικογένειά του. Το βαρύ πέπλο της σιωπής κάλυπτε τα πάντα με αποτέλεσμα να μην μπορεί καν να διατυπωθεί άποψη, εντός τουλάχιστον των ορίων της χώρας.
Σήμερα, έχουμε πλέον αρχίσει σταδιακά να αλλάζουμε τις αναφορές μας. Έχουμε περάσει σε ένα διαφορετικό στάδιο πιο σύνθετο, με παράλληλα αποτελέσματα και όμοια λογική, με άλλη όμως μέθοδο. Σιγά σιγά γίνεται κοινή συνείδηση ότι όροι όπως «δικτατορία» ή «χούντα» μπορούν κάλλιστα να βρουν αυτονόητη προβολή στις τρέχουσες καταστάσεις.
Συγκεκριμένα, κάθε φορά που συζητιέται – και γίνεται πολύ συχνά αυτό, σχεδόν καθημερινά – ένα νέο πακέτο εξοντωτικών μέτρων από την κυβέρνηση, ένας νέος ορυμαγδός περικοπών και οριζόντιων, ισοπεδωτικών για το βιοτικό μας επίπεδο, «ρυθμίσεων», αρχίζει το γνωστό πια «πανηγύρι» από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ή ακόμα και από μέλη της κυβέρνησης.
Φωνές, διαφωνίες, απειλές περί μη ψήφισης μέτρων και νομοσχεδίων, εκκωφαντικές φανφάρες, αντιδράσεις της πλάκας και «δεκάρικοι» του μπακαλόχαρτου, εκσφενδονίζονται αφειδώς μέχρι τελικά όλα τα καλά παιδάκια να πάνε στη Βουλή και να ψηφίσουν τα νομοσχέδια, χαριεντιζόμενα στο διάδρομο, καθώς περιμένουν στην ουρά για να ρίξουν τη θετική ψήφο αμάσητη, διπλωμένη στο φάκελο που έχουν κλείσει λίγο πριν, γλείφοντάς τον στα όρθια !
Το άγχος και οι φωνές μεταδίδονται από τα κανάλια με συνεχή διλήμματα που από τη μια πλευρά έχουν την υπερψήφιση και από την άλλη το σκηνικό της απόλυτης καταστροφής.
Η φασαρία που κάνουν κάθε φορά οι σικέ «διαφωνούντες» είναι ανάλογη της σκληρότητας και του εύρους των μέτρων. Και κάπως έτσι περνάμε στη δικτατορία της φασαρίας που καλύπτει εκκωφαντικά κάθε προσπάθεια να ακουστεί και να διατυπωθεί η εναλλακτική ή η αντίθετη άποψη …
Η ταφόπλακα της βαβούρας
Με τη «δικτατορία της φασαρίας» έρχεται χέρι και χέρι και η δέουσα βαβούρα. Το στρατόπεδο της κυβερνώσας παράταξης παίζει όλους τους ρόλους μόνο του. Χωρίζει κάθε φορά τα εντόσθιά του σε εκείνους που θα λένε «ΝΑΙ», σε εκείνους που θα λένε «ΟΧΙ» και σε εκείνους που θα λένε «ΙΣΩΣ» ή «θα ψηφίσω μόνο αν αλλάξει το τάδε». Απόλυτος αχταρμάς και σύγχυση που μεταδίδονται μαστόρικα στα δελτία ειδήσεων.
Για καμιά βδομάδα κάθε φορά ασχολούμαστε με τον κάθε διαφωνούντα εντός κυβερνητικού στρατοπέδου που διατυπώνει ενστάσεις, που στο τέλος τις καταπίνει μαζί με μια δροσερή, γεμάτη μπουρμπουλήθρες, «Δουμπιά» που κάνει και καλό στη χώνεψη. Το σκηνικό αγωνίας μεταφέρεται στους πολίτες, οι οποίοι σα να μην τους φτάνουν οι καθημερινές αγωνίες για το πώς θα βγάλουν πέρα το μήνα, αποκτούν με όρους εμφύτευσης και το άγχος του να καμφθεί ο κάθε κυβερνητικός βουλευτής που προγραμματισμένα, από τις 10 το πρωί μέχρι το απογευματάκι, αποφάσισε να κάνει επαναστατική γυμναστική και να δοκιμάσει τις κλειδώσεις του.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση, η άλλη άποψη γραφικοποιείται, λοιδορείται, απαξιώνεται και εν τέλει δεν ακούγεται μέσα στη βαβούρα. Ξεκινάει η μαντάμ το δελτίο, παρουσιάζει για μερικά δευτερόλεπτα μια «κάρτα» με την άλλη άποψη και μετά αρχίζει για μισή ώρα το ξεδίπλωμα του διλήμματος ότι πρέπει να καμφθεί η αντίσταση της τάδε κυβερνητικής για να μην χρεοκοπήσουμε. Βαρετές επαναλήψεις, σαπουνόπερα τρίτης κατηγορίας …
Η κοινωνία θα κλείσει το κουμπί
Μ’ αυτά και μ’ αυτά η κοινωνία περνάει τις δύσκολες στιγμές της σχεδόν μόνη της, αποκομμένη από κάθε δυνατότητα να δει το δικό της δράμα, τις δυσκολίες του κάθε σπιτικού να βρίσκουν φιλοξενία σε κάποια αναφορά των δελτίων. Οι λογαριασμοί που δεν μπορούν να πληρωθούν, το δάνειο που διαμαρτύρεται, η δόση που δεν βγαίνει, το νέο χαράτσι που τρομοκρατεί την οικογένεια, τα χρήματα που τελειώνουν στα μέσα του μήνα.
Παράλληλα έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το νέο «δικτατορικό» παράγγελμα που θέλει να τους βάλει όλους στο ίδιο σακούλι. Το «όλοι ίδιοι είναι» δηλητηριάζει σταγόνα σταγόνα την κοινωνία και οδηγεί σε απόγνωση. Αυτή η λογική τείνει να απαντά σε όλα τα ερωτήματα πλέον. «Όλοι κλέβουν, όλοι φοροδιαφεύγουν, όλοι είναι φανατισμένοι, όλοι είναι τεμπέληδες, όλοι είναι προνομιούχοι κτλ». Το φρικιαστικό ρητορικό ερώτημα «και τι διαφορετικό θα κάνει ο τάδε μωρέ τώρα που είμαστε στο ΔΝΤ» βάζει την κοινωνία στο ρόλο του ποντικού που τρέχει στον μύλο του μέσα στο κλουβί του, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι κάπου θα φτάσει, κάποια στιγμή …
Και αυτός μάλλον ήταν ο στόχος από την αρχή. Από την αρχή αρχή … Ε λοιπόν, πιστεύω ή θέλω να ελπίζω ότι σύντομα η κοινωνία θα το κλείσει εκείνο το αναθεματισμένο το κουμπί και μέσα στην απόγνωσή της, θα βρει λίγο χρόνο να διαβάσει, να μελετήσει, να εντοπίσει τις εναλλακτικές που πνίγονται από τη φασαρία του κυβερνητικού «μπουλουκιού». Κάπου εκεί ίσως πειστεί και ο καθένας μας ότι έχει και το δικαίωμα να είναι διαφορετικός από τον διπλανό του. Ευελπιστώ, γράφω, χωρίς δυστυχώς να έχω πειστεί ακόμα ότι μπορεί να γίνει …
Υπό μια ευρεία ερμηνεία και περιγραφή των γεγονότων, η περίοδος της «χούντας των συνταγματαρχών», θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από τη δικτατορία της σιωπής. Περίοδος κατά την οποία δύσκολα μπορούσε να ακουστεί η οποιαδήποτε διαφορετική ή επικριτική άποψη προς το καθεστώς, ακριβώς επειδή την σκέπαζε ο στρατιωτικός νόμος της σιωπής, επειδή η λογοκρισία ήταν καθημερινή πρακτική, επειδή τα πάντα πέρναγαν από το καθεστωτικό κόσκινο που αποφάσιζε τι ήταν «καλό» να μάθουν οι πολίτες και τι όχι.
Εκείνο που έπνιγε δηλαδή τους πολίτες ήταν η επιβεβλημένη σιωπή, το να μη μπορούσε κάποιος ελεύθερα να εκφράσει την άποψή του ακόμα και μέσα στο σπίτι του, υπό τον φόβο των συνεπειών για τον ίδιο και την οικογένειά του. Το βαρύ πέπλο της σιωπής κάλυπτε τα πάντα με αποτέλεσμα να μην μπορεί καν να διατυπωθεί άποψη, εντός τουλάχιστον των ορίων της χώρας.
Σήμερα, έχουμε πλέον αρχίσει σταδιακά να αλλάζουμε τις αναφορές μας. Έχουμε περάσει σε ένα διαφορετικό στάδιο πιο σύνθετο, με παράλληλα αποτελέσματα και όμοια λογική, με άλλη όμως μέθοδο. Σιγά σιγά γίνεται κοινή συνείδηση ότι όροι όπως «δικτατορία» ή «χούντα» μπορούν κάλλιστα να βρουν αυτονόητη προβολή στις τρέχουσες καταστάσεις.
Συγκεκριμένα, κάθε φορά που συζητιέται – και γίνεται πολύ συχνά αυτό, σχεδόν καθημερινά – ένα νέο πακέτο εξοντωτικών μέτρων από την κυβέρνηση, ένας νέος ορυμαγδός περικοπών και οριζόντιων, ισοπεδωτικών για το βιοτικό μας επίπεδο, «ρυθμίσεων», αρχίζει το γνωστό πια «πανηγύρι» από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ή ακόμα και από μέλη της κυβέρνησης.
Φωνές, διαφωνίες, απειλές περί μη ψήφισης μέτρων και νομοσχεδίων, εκκωφαντικές φανφάρες, αντιδράσεις της πλάκας και «δεκάρικοι» του μπακαλόχαρτου, εκσφενδονίζονται αφειδώς μέχρι τελικά όλα τα καλά παιδάκια να πάνε στη Βουλή και να ψηφίσουν τα νομοσχέδια, χαριεντιζόμενα στο διάδρομο, καθώς περιμένουν στην ουρά για να ρίξουν τη θετική ψήφο αμάσητη, διπλωμένη στο φάκελο που έχουν κλείσει λίγο πριν, γλείφοντάς τον στα όρθια !
Το άγχος και οι φωνές μεταδίδονται από τα κανάλια με συνεχή διλήμματα που από τη μια πλευρά έχουν την υπερψήφιση και από την άλλη το σκηνικό της απόλυτης καταστροφής.
Η φασαρία που κάνουν κάθε φορά οι σικέ «διαφωνούντες» είναι ανάλογη της σκληρότητας και του εύρους των μέτρων. Και κάπως έτσι περνάμε στη δικτατορία της φασαρίας που καλύπτει εκκωφαντικά κάθε προσπάθεια να ακουστεί και να διατυπωθεί η εναλλακτική ή η αντίθετη άποψη …
Η ταφόπλακα της βαβούρας
Με τη «δικτατορία της φασαρίας» έρχεται χέρι και χέρι και η δέουσα βαβούρα. Το στρατόπεδο της κυβερνώσας παράταξης παίζει όλους τους ρόλους μόνο του. Χωρίζει κάθε φορά τα εντόσθιά του σε εκείνους που θα λένε «ΝΑΙ», σε εκείνους που θα λένε «ΟΧΙ» και σε εκείνους που θα λένε «ΙΣΩΣ» ή «θα ψηφίσω μόνο αν αλλάξει το τάδε». Απόλυτος αχταρμάς και σύγχυση που μεταδίδονται μαστόρικα στα δελτία ειδήσεων.
Για καμιά βδομάδα κάθε φορά ασχολούμαστε με τον κάθε διαφωνούντα εντός κυβερνητικού στρατοπέδου που διατυπώνει ενστάσεις, που στο τέλος τις καταπίνει μαζί με μια δροσερή, γεμάτη μπουρμπουλήθρες, «Δουμπιά» που κάνει και καλό στη χώνεψη. Το σκηνικό αγωνίας μεταφέρεται στους πολίτες, οι οποίοι σα να μην τους φτάνουν οι καθημερινές αγωνίες για το πώς θα βγάλουν πέρα το μήνα, αποκτούν με όρους εμφύτευσης και το άγχος του να καμφθεί ο κάθε κυβερνητικός βουλευτής που προγραμματισμένα, από τις 10 το πρωί μέχρι το απογευματάκι, αποφάσισε να κάνει επαναστατική γυμναστική και να δοκιμάσει τις κλειδώσεις του.
Μέσα σε αυτή την κατάσταση, η άλλη άποψη γραφικοποιείται, λοιδορείται, απαξιώνεται και εν τέλει δεν ακούγεται μέσα στη βαβούρα. Ξεκινάει η μαντάμ το δελτίο, παρουσιάζει για μερικά δευτερόλεπτα μια «κάρτα» με την άλλη άποψη και μετά αρχίζει για μισή ώρα το ξεδίπλωμα του διλήμματος ότι πρέπει να καμφθεί η αντίσταση της τάδε κυβερνητικής για να μην χρεοκοπήσουμε. Βαρετές επαναλήψεις, σαπουνόπερα τρίτης κατηγορίας …
Η κοινωνία θα κλείσει το κουμπί
Μ’ αυτά και μ’ αυτά η κοινωνία περνάει τις δύσκολες στιγμές της σχεδόν μόνη της, αποκομμένη από κάθε δυνατότητα να δει το δικό της δράμα, τις δυσκολίες του κάθε σπιτικού να βρίσκουν φιλοξενία σε κάποια αναφορά των δελτίων. Οι λογαριασμοί που δεν μπορούν να πληρωθούν, το δάνειο που διαμαρτύρεται, η δόση που δεν βγαίνει, το νέο χαράτσι που τρομοκρατεί την οικογένεια, τα χρήματα που τελειώνουν στα μέσα του μήνα.
Παράλληλα έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το νέο «δικτατορικό» παράγγελμα που θέλει να τους βάλει όλους στο ίδιο σακούλι. Το «όλοι ίδιοι είναι» δηλητηριάζει σταγόνα σταγόνα την κοινωνία και οδηγεί σε απόγνωση. Αυτή η λογική τείνει να απαντά σε όλα τα ερωτήματα πλέον. «Όλοι κλέβουν, όλοι φοροδιαφεύγουν, όλοι είναι φανατισμένοι, όλοι είναι τεμπέληδες, όλοι είναι προνομιούχοι κτλ». Το φρικιαστικό ρητορικό ερώτημα «και τι διαφορετικό θα κάνει ο τάδε μωρέ τώρα που είμαστε στο ΔΝΤ» βάζει την κοινωνία στο ρόλο του ποντικού που τρέχει στον μύλο του μέσα στο κλουβί του, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι κάπου θα φτάσει, κάποια στιγμή …
Και αυτός μάλλον ήταν ο στόχος από την αρχή. Από την αρχή αρχή … Ε λοιπόν, πιστεύω ή θέλω να ελπίζω ότι σύντομα η κοινωνία θα το κλείσει εκείνο το αναθεματισμένο το κουμπί και μέσα στην απόγνωσή της, θα βρει λίγο χρόνο να διαβάσει, να μελετήσει, να εντοπίσει τις εναλλακτικές που πνίγονται από τη φασαρία του κυβερνητικού «μπουλουκιού». Κάπου εκεί ίσως πειστεί και ο καθένας μας ότι έχει και το δικαίωμα να είναι διαφορετικός από τον διπλανό του. Ευελπιστώ, γράφω, χωρίς δυστυχώς να έχω πειστεί ακόμα ότι μπορεί να γίνει …
Βασίλειος Μπαλάφας
Μέλος Π.Ε. Ν.Δ.
vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου