Μία στις δύο Ελληνίδες έχει προσβληθεί από τον ιό των κονδυλωμάτων HPV. Στις Ελληνίδες με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο είναι συχνότερος ο αριθμός των μολύνσεων HPV επειδή φαίνεται ότι είναι ερωτικά πιο απελευθερωμένες.
Η εμβολιαστική κάλυψη των Ελληνίδων απέναντι στον ιό, που είναι το κύριο αίτιο του καρκίνου της μήτρας, παραμένει χαμηλή. Κυμαίνεται γύρω στο 18%, σύμφωνα με τα πιο αισιόδοξα στοιχεία που
Η εμβολιαστική κάλυψη των Ελληνίδων απέναντι στον ιό, που είναι το κύριο αίτιο του καρκίνου της μήτρας, παραμένει χαμηλή. Κυμαίνεται γύρω στο 18%, σύμφωνα με τα πιο αισιόδοξα στοιχεία που
αφορούν την εμπορική κίνησή του.
Περίπου μία στις δύο Ελληνίδες δηλώνει άγνοια για την ύπαρξη του εμβολίου, αλλά και όταν ενημερώθηκαν από τον γιατρό αρνήθηκαν σε ποσοστό 15% οι γυναίκες υψηλού μορφωτικού επιπέδου και σε ποσοστό 60% οι γυναίκες χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου να το κάνουν. Με μία ακόμη διαφορά. Οι γυναίκες χαμηλότερης μόρφωσης αποδίδουν στους γιατρούς ταπεινά κίνητρα, όπως ότι τους προτείνουν το εμβόλιο γιατί θέλουν να χρηματίζονται από τις εταιρείες.
Ακόμη και ένα χρόνο μετά την ενημέρωσή τους από τον γιατρό, οι γυναίκες που αρνήθηκαν να κάνουν το εμβόλιο επιμένουν στην άρνησή τους σε πολύ μεγάλο ποσοστό και με ακόμη μεγαλύτερη ποικιλία προφάσεων. Π.χ. ότι φοβούνται τη βελόνα ή ότι αισθάνονται ακόμα πιο μπερδεμένες λόγω της εμφάνισης στο διάστημα που μεσολάβησε της νέας γρίπης, άλλες λένε ότι φοβούνται τις παρενέργειες ή αισθάνονται την ανάγκη να απολογηθούν στον γιατρό ότι «η κόρη τους δεν είναι ελευθέρων σχέσεων και ηθών για να κάνει το εμβόλιο».
Κρίση εμπιστοσύνης
Μια άλλη δικαιολογία είναι το Ίντερνετ, στο οποίο διαβάζουν πολύ περισσότερα κατά παρά υπέρ του εμβολίου. Γενικά υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης στους γιατρούς.
Είναι συμπεράσματα και απαντήσεις 3.000 Ελληνίδων σε όλη τη χώρα, από 18 μέχρι 70 και πλέον χρόνων, τις οποίες συμπεριέλαβε τωρινή μελέτη σε 10 νοσοκομεία, με επίκεντρο το Αττικό Νοσοκομείο. Στη μελέτη συμμετείχαν γιατροί ειδικοτήτων σχετικών με τον ιό των κονδυλωμάτων.
Όπως επισημαίνει ο συμμετέχων στην έρευνα επίκουρος καθηγητής Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, το 50% είναι εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό. Αυτό σημαίνει ότι μεγάλος αριθμός γυναικών παραμένει στην Ελλάδα με επιμένουσα λοίμωξη. Είναι παρήγορο ότι μόνο το 1% του δείγματος της μελέτης τους είχε εκδηλωμένο καρκίνο. Η λοίμωξη σε μεγάλο ποσοστό αυτοϊάται και ένα μικρό ποσοστό καταλήγει σε επιμένουσα λοίμωξη, η οποία οδηγεί στον καρκίνο. «Αρα δεν ξέρουμε σε ποιο ποσοστό αυτές οι γυναίκες θα καθαρίσουν από τον ιό και ποιες όχι», τονίζει ο Σ. Τσιόδρας.
Ένας ιός που συναντάται πλέον με αυξημένη συχνότητα και στον ρινοφάρυγγα, γιατί, επισημαίνουν οι ερευνητές, έχουν αλλάξει οι σεξουαλικές πρακτικές και έχει αυξηθεί η στοματογεννητική επαφή. Από τη μελέτη προκύπτει έναρξη της σεξουαλικής επαφής στη χώρα μας γύρω στα 16, με τάση να πέφτει κατά ένα χρόνο η ηλικία αυτή κάθε πέντε χρόνια.
Οι επιστήμονες δεν αποκλείουν τα ποσοστό των προσβλεβλημένων Ελληνίδων στον γενικό πληθυσμό να είναι λίγο υψηλότερο, καθώς η μελέτη αφορά τις γυναίκες που προσέρχονται για εξετάσεις στα δημόσια νοσοκομεία.
Πρωτογενής πρόληψη το Παπ-τεστ
Ο αναπληρωτής καθηγητής κυτταρολογίας κ. Καρακίτσος, από τους βασικούς επίσης ερευνητές αυτής της προσπάθειας, είναι καθησυχαστικός, επισημαίνοντας ότι οι γυναίκες, είτε είναι χαμηλού είτε είναι υψηλού κυτταρολογικού κινδύνου, δεν θα αναπτύξουν καρκίνο υποχρεωτικά. Ο κίνδυνος ανάπτυξης γυναικολογικού καρκίνου είναι μία στις 1.000 εάν ποτέ στη ζωή τους δεν έχουν κάνει Παπ-τεστ.
«Διότι οι περισσότερες απ' αυτές τις λοιμώξεις φεύγουν όπως περνάμε μια ίωση και επίσης σήμερα μπορεί μια γυναίκα να είναι προσβεβλημένη από ένα στέλεχος του ιού και ύστερα από 2-3 χρόνια αυτό το στέλεχος να έχει φύγει ή να προσβληθεί ύστερα από πέντε χρόνια από ένα άλλο στέλεχος του ιού. Αρα δεν έχει κανένα νόημα να ψάχνεται η γυναίκα αν έχει αυτό το στέλεχος ή κάποιο άλλο για ειδικότερες εξετάσεις. Η πρωτογενής πρόληψη παραμένει το Παπ-τεστ».
Οι γιατροί συμπεραίνουν ότι εάν δεν ενταχθεί μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα στο υποχρεωτικό σύστημα εμβολιασμού, με την έννοια της πρωτογενούς πρόληψης, η Ελληνίδα δεν πρόκειται να κάνει το εμβόλιο. Από εκεί και πέρα πρέπει να υπάρχει μια διαβάθμιση ποσοστιαίας κάλυψης ανάλογα με την ηλικία και τον κίνδυνο.
Περίπου μία στις δύο Ελληνίδες δηλώνει άγνοια για την ύπαρξη του εμβολίου, αλλά και όταν ενημερώθηκαν από τον γιατρό αρνήθηκαν σε ποσοστό 15% οι γυναίκες υψηλού μορφωτικού επιπέδου και σε ποσοστό 60% οι γυναίκες χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου να το κάνουν. Με μία ακόμη διαφορά. Οι γυναίκες χαμηλότερης μόρφωσης αποδίδουν στους γιατρούς ταπεινά κίνητρα, όπως ότι τους προτείνουν το εμβόλιο γιατί θέλουν να χρηματίζονται από τις εταιρείες.
Ακόμη και ένα χρόνο μετά την ενημέρωσή τους από τον γιατρό, οι γυναίκες που αρνήθηκαν να κάνουν το εμβόλιο επιμένουν στην άρνησή τους σε πολύ μεγάλο ποσοστό και με ακόμη μεγαλύτερη ποικιλία προφάσεων. Π.χ. ότι φοβούνται τη βελόνα ή ότι αισθάνονται ακόμα πιο μπερδεμένες λόγω της εμφάνισης στο διάστημα που μεσολάβησε της νέας γρίπης, άλλες λένε ότι φοβούνται τις παρενέργειες ή αισθάνονται την ανάγκη να απολογηθούν στον γιατρό ότι «η κόρη τους δεν είναι ελευθέρων σχέσεων και ηθών για να κάνει το εμβόλιο».
Κρίση εμπιστοσύνης
Μια άλλη δικαιολογία είναι το Ίντερνετ, στο οποίο διαβάζουν πολύ περισσότερα κατά παρά υπέρ του εμβολίου. Γενικά υπάρχει κρίση εμπιστοσύνης στους γιατρούς.
Είναι συμπεράσματα και απαντήσεις 3.000 Ελληνίδων σε όλη τη χώρα, από 18 μέχρι 70 και πλέον χρόνων, τις οποίες συμπεριέλαβε τωρινή μελέτη σε 10 νοσοκομεία, με επίκεντρο το Αττικό Νοσοκομείο. Στη μελέτη συμμετείχαν γιατροί ειδικοτήτων σχετικών με τον ιό των κονδυλωμάτων.
Όπως επισημαίνει ο συμμετέχων στην έρευνα επίκουρος καθηγητής Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, το 50% είναι εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό. Αυτό σημαίνει ότι μεγάλος αριθμός γυναικών παραμένει στην Ελλάδα με επιμένουσα λοίμωξη. Είναι παρήγορο ότι μόνο το 1% του δείγματος της μελέτης τους είχε εκδηλωμένο καρκίνο. Η λοίμωξη σε μεγάλο ποσοστό αυτοϊάται και ένα μικρό ποσοστό καταλήγει σε επιμένουσα λοίμωξη, η οποία οδηγεί στον καρκίνο. «Αρα δεν ξέρουμε σε ποιο ποσοστό αυτές οι γυναίκες θα καθαρίσουν από τον ιό και ποιες όχι», τονίζει ο Σ. Τσιόδρας.
Ένας ιός που συναντάται πλέον με αυξημένη συχνότητα και στον ρινοφάρυγγα, γιατί, επισημαίνουν οι ερευνητές, έχουν αλλάξει οι σεξουαλικές πρακτικές και έχει αυξηθεί η στοματογεννητική επαφή. Από τη μελέτη προκύπτει έναρξη της σεξουαλικής επαφής στη χώρα μας γύρω στα 16, με τάση να πέφτει κατά ένα χρόνο η ηλικία αυτή κάθε πέντε χρόνια.
Οι επιστήμονες δεν αποκλείουν τα ποσοστό των προσβλεβλημένων Ελληνίδων στον γενικό πληθυσμό να είναι λίγο υψηλότερο, καθώς η μελέτη αφορά τις γυναίκες που προσέρχονται για εξετάσεις στα δημόσια νοσοκομεία.
Πρωτογενής πρόληψη το Παπ-τεστ
Ο αναπληρωτής καθηγητής κυτταρολογίας κ. Καρακίτσος, από τους βασικούς επίσης ερευνητές αυτής της προσπάθειας, είναι καθησυχαστικός, επισημαίνοντας ότι οι γυναίκες, είτε είναι χαμηλού είτε είναι υψηλού κυτταρολογικού κινδύνου, δεν θα αναπτύξουν καρκίνο υποχρεωτικά. Ο κίνδυνος ανάπτυξης γυναικολογικού καρκίνου είναι μία στις 1.000 εάν ποτέ στη ζωή τους δεν έχουν κάνει Παπ-τεστ.
«Διότι οι περισσότερες απ' αυτές τις λοιμώξεις φεύγουν όπως περνάμε μια ίωση και επίσης σήμερα μπορεί μια γυναίκα να είναι προσβεβλημένη από ένα στέλεχος του ιού και ύστερα από 2-3 χρόνια αυτό το στέλεχος να έχει φύγει ή να προσβληθεί ύστερα από πέντε χρόνια από ένα άλλο στέλεχος του ιού. Αρα δεν έχει κανένα νόημα να ψάχνεται η γυναίκα αν έχει αυτό το στέλεχος ή κάποιο άλλο για ειδικότερες εξετάσεις. Η πρωτογενής πρόληψη παραμένει το Παπ-τεστ».
Οι γιατροί συμπεραίνουν ότι εάν δεν ενταχθεί μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα στο υποχρεωτικό σύστημα εμβολιασμού, με την έννοια της πρωτογενούς πρόληψης, η Ελληνίδα δεν πρόκειται να κάνει το εμβόλιο. Από εκεί και πέρα πρέπει να υπάρχει μια διαβάθμιση ποσοστιαίας κάλυψης ανάλογα με την ηλικία και τον κίνδυνο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου