«Όπου η δόξα και το καθήκον», προστάζει το έμβλημα του όπλου των τεθωρακισμένων, δίνοντας το γενικό πρόσταγμα της δράσης του.
Οι χιαστί σπάθες με το πέταλο και το άρμα μάχης του εμβλήματος φανερώνουν την εξέλιξη του ιππικού στα σύγχρονα τεθωρακισμένα οχήματα: εκεί όπου κάποτε το ιππικό ελισσόταν έφιππο και μαχόταν λυσσαλέα έδωσε προοδευτικά τη θέση του στο άρμα μάχης, το κύριο όπλο των τεθωρακισμένων, ένα σύμβολο ισχύος πυρός και κρούσεως.
«Όπου η δόξα και το καθήκον» λοιπόν για τους στρατιώτες των Τεθωρακισμένων, τους τιμημένους Μαυροσκούφηδες, με το Γενικό Επιτελείο Στρατού να παρατηρεί για το έμβλημα:
«Η δόξα αποκτάται με αυτοθυσία και τόλμη, κερδίζεται με την αποφασιστική συντονισμένη και τολμηρή χρησιμοποίηση των εκάστοτε διατιθεμένων μέσων από αυτούς που έχουν αναπτύξει στο έπακρο τις ηθικές τους δυνάμεις και διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρίες με την εκπαίδευση και την άσκηση. Το καθήκον είναι ανιδιοτελής προσφορά υπηρεσιών στην πατρίδα χωρίς υπολογισμό κόπου και χρόνου. Εδραιώνεται με την πλήρη προσήλωση και αυταπάρνηση και την ενσυνείδητη προσφορά υπηρεσιών».
Ιστορία των Τεθωρακισμένων
«Το ιδιαίτερο ηθικόν χαρακτηριστικό του Όπλου του Ιππικού απορρέον εκ της Ιππικής εξασκήσεως, ήτις προσδίδουσα το ριψοκίνδυνον, αναπτύσσει άμα την πρωτοβουλίαν, τη ψυχραιμίαν, και την αυτοπεποίθησιν. Το χαρακτηριστικό τούτο επιτρέπει εις τους ηγήτορας του Ιππικού να δρώσιν ανεξαρτήτως, διατηρούντες ακμαίας τας ηθικάς δυνάμεις και αναπτύσσοντες το πνεύμα του επικαίρου».
Με τα λόγια αυτά η Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια (1929) παρέχει τον ορισμό του ιππικού πνεύματος. Το πνεύμα αυτό είναι που προσπαθεί να κρατήσει ζωντανό το όπλο του Ιππικού-Τεθωρακισμένων. Ως συνεχιστές μιας λαμπρής παράδοσης που ξεκινά από τα βάθη της αρχαιότητας, τα άρματα μάχης αποτελούν σήμερα τον αποφασιστικό παράγοντα στο πεδίο της μάχης, με τον ίδιο τρόπο που σε αλλοτινές εποχές το ιππικό έκανε τη διαφορά.
Ας αφήσουμε όμως την πλούσια ιστορία του ελληνικού ιππικού κατά μέρος και ας δούμε πότε εμφανίζεται το άρμα μάχης στις πολεμικές εχθροπραξίες. Από το ΓΕΣ μαθαίνουμε λοιπόν ότι: «Ενώ ο Ελληνικός Στρατός προετοιμαζόταν για τη Μικρασιατική Εκστρατεία, στην Ευρώπη έκανε την εμφάνιση του το άρμα μάχης. Όταν άρχισε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος οι αντίπαλοι δεν είχαν τεθωρακισμένα οχήματα. Η μεγάλη ανάπτυξη όμως των μέσων πυρός Πεζικού και Πυροβολικού επέφερε την ακινησία στο πεδίο της μάχης και τη διεξαγωγή του πολέμου των χαρακωμάτων. Το Σεπτέμβριο του 1914 ο Βρετανός Σχης Σουίντον πρότεινε την κατασκευή τεθωρακισμένων στο Αυτοκρατορικό Συμβούλιο Άμυνας της Βρετανίας, μέλος του οποίου τύγχανε και ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ως πρώτος Λόρδος του Ναυαρχείου. Το άρμα μόλις παρουσιάστηκε στο πεδίο της μάχης το 1916, χρησιμοποιήθηκε με κύρια αποστολή να προηγείται του Πεζικού στην προέλαση και να καταστρέφει τα εχθρικά πολυβόλα, διευκολύνοντας την προώθηση του Πεζικού. Έτσι διαμορφώθηκε ο πρώτος ρόλος του άρματος: Η υποστήριξη του Πεζικού».
Στη χώρα μας βέβαια δεν θα εμφανιζόταν το άρμα μάχης παρά πολύ αργότερα, αλλάζοντας άρδην την ελληνική πολεμική μηχανή. Ας δούμε τι θυμάται το ΓΕΣ από τις πρώτες μέρες των Τεθωρακισμένων: «Μετά τη λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, στη Γαλλία διαμορφώθηκε, κάτω από την επίδραση της πολεμικής πείρας των πεδίων της Δύσεως, νέο δόγμα για το Ιππικό το οποίο αποκρυσταλλώθηκε στο αξίωμα "ελίσσεσθαι εφίππως και μάχεσθαι πεζή". Το νέο αυτό δόγμα του Πεζομάχου Ιππικού έγινε αποδεκτό από το Ελληνικό Ιππικό αμέσως μετά τη συνθήκη της Λωζάνης. Για την καλύτερη αφομοίωση αυτού του Δόγματος εκλήθη Γαλλική Στρατιωτική Εκπαιδευτική Αποστολή που ήρθε το 1925 στη Ελλάδα και κάτω από την καθοδήγηση της εισήχθησαν στο Ιππικό μεταφρασμένοι οι Γαλλικοί Κανονισμοί Εκπαιδεύσεως, Τακτικής χρησιμοποιήσεως και εν Εκστρατεία Υπηρεσίας του Ιππικού, υιοθετήθηκε η γαλλική οργάνωση και οι γαλλικές συνθέσεις των Μονάδων και εφοδιάστηκε το Ιππικό με όλα τα όπλα του Πεζικού, από χειροβομβίδα μέχρι όλμους. Σημαντικό γεγονός για την ιστορία του Όπλου στην περίοδο του Μεσοπολέμου αποτελεί η δημιουργία Τάγματος Αρμάτων Μάχης με έδρα την Αθήνα. Η δύναμή του ήταν δύο άρματα VICKERS-ARMSTRONG των 6 τόνων και δύο αυτοκίνητα αναγνωρίσεως CARDEN-LOYD, τα οποία αγοράστηκαν το 1931. Είχαν επίσης παραγγελθεί άλλα 14 άρματα των 6-7 τόνων, πλήρη με τον οπλισμό τους, πυρομαχικά, ανταλλακτικά και επικοινωνίες. Τα άρματα όπως και τα αεροπλάνα παραγγέλθηκαν στην Αγγλία και στη Γαλλία, αλλά οι παραγγελίες δεσμεύτηκαν το 1938 εν όψει του επερχόμενου πολέμου, διότι οι μελλοντικοί αντίπαλοι κρατούσαν το υλικό που κατασκεύαζαν για τις ανάγκες τους. Αν και η αριθμητική δύναμη του Ιππικού σε σχέση με το σύνολο του Στρατού που προήλθε από την επιστράτευση ήταν μικρή, ήταν επίλεκτο και όλες οι διοικήσεις το αναζητούσαν. Από τις πρώτες στιγμές της εισόδου του στον αγώνα επέδειξε υψηλό φρόνημα, απαράμιλλη ορμητικότητα και αδάμαστο επιθετικό πνεύμα. Εκτός αυτού ήταν η μεγαλύτερη δύναμη Ιππικού που συγκρότησε ο Ελληνικός Στρατός. Τη 12η Φεβρουαρίου 1941 ο Ελληνικός Στρατός απέκτησε τον πρώτο επιχειρησιακό Σχηματισμό Τεθωρακισμένων. Επρόκειτο για την ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία η οποία συγκεντρώθηκε και συγκροτήθηκε στην περιοχή της Λάρισας. Η Μεραρχία διέθετε 27 ελαφρά βρετανικά και ιταλικά (λάφυρα πολέμου) άρματα και 77 οχήματα μεταφοράς πεζικού κατανεμημένα σε τρία Μηχανοκίνητα Συντάγματα (191, 192, 193) και αντίστοιχα μηχανοκίνητα μέσα υποστήριξης μάχης. Η Μεραρχία από 29 Μαρτίου εγκαταστάθηκε αμυντικά στη περιοχή Κιλκίς-Λαχανά περιμένοντας τη γερμανική επίθεση. Προσπάθησε να αμυνθεί έναντι των γερμανικών τεθωρακισμένων με ό,τι δύναμη της είχε απομείνει μετά τους βομβαρδισμούς των Στούκας πλην όμως ήταν ανώφελο. Οι Γερμανοί και πιο μεγάλα άρματα διέθεταν και πιο εκπαιδευμένοι ήταν στην τακτική χρησιμοποίηση των αρμάτων με αποτέλεσμα να ξεπεράσουν το εμπόδιο της Μεραρχίας, όχι όμως τόσο εύκολα όσο αρχικά πίστευαν. Στη Μέση Ανατολή, όπου μεταφέρθηκε ο αγώνας μετά την ανακωχή, συγκροτήθηκε μια Ίλη Τεθωρακισμένων Αυτοκινήτων που εξοπλίσθηκε με οχήματα τύπου Κάρριερ. Η Ίλη αυτή συμμετείχε στη Μάχη του Ελ Αλαμέιν».
Κι έτσι έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα άρματα μάχης στις τάξεις του ελληνικού στρατού, αν και τα Τεθωρακισμένα θα συγκροτούνταν σε όπλο λίγο αργότερα. Και πάλι όχημά μας θα είναι οι πληροφορίες που παρέχονται από το Γενικό Επιτελείο Στρατού: «Το Όπλο του Ιππικού-Τεθωρακισμένων γεννήθηκε την 21η Φεβρουαρίου 1946. Το νέο όπλο αποτέλεσε συνέχεια του Ιππικού και αναπτύχθηκε μετά την 16 Ιουνίου 1946. Συγκροτήθηκε από μόνιμο και έφεδρο προσωπικό που ανήκε στο όπλο του Ιππικού, καθώς και κατώτερους Αξιωματικούς άλλων όπλων. Τα πρώτα σύγχρονα άρματα που έφτασαν στην Ελλάδα το 1946 ήταν τα ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ Mk1 95mm 28t, βρετανικής κατασκευής και 52 στον αριθμό. Τα άρματα αυτά αποθηκεύτηκαν στο ΚΕΤ και για πάνω από 15 μήνες έμειναν αναξιοποίητα. Τελικά το 1947 στάλθηκαν Αξιωματικοί για εκπαίδευση στην Αγγλική ΣΑΤΘ, οι οποίοι με την επιστροφή τους ενεργοποίησαν τα άρματα και άρχισαν να εκπαιδεύουν πληρώματα. Περί τα τέλη του 1950 το όπλο παρέλαβε νέα άρματα από τις ΗΠΑ, συνολικά 206 M24 75mm 20t που εξόπλισαν τα 392 και 393 Συντάγματα Αρμάτων (Διοίκηση - Ίλη Διοικήσεως - Τρεις Ίλες αρμάτων - 55 άρματα). Το 1952 αποκτήθηκαν οι καταστροφείς αρμάτων M18 105mm 19t, οι οποίοι εξόπλισαν τα νεοσύστατα 397, 398 και 399 Συντάγματα Καταστροφέων Αρμάτων. Το 1957 συγκροτήθηκαν οι πρώτες Επιλαρχίες Αρμάτων με τη σημερινή τους μορφή και συγκεκριμένα η 21η και 22α ΕΜΑ (ουλαμοί 5 αρμάτων) που εξοπλίστηκαν με τα νέα άρματα Μ47 90mm 48t που παρελήφθησαν εκείνη την εποχή από τις ΗΠΑ. Το 1963 παραλαμβάνονται τα πρώτα άρματα Μ48 που αρχίζουν να εξοπλίζουν τις μονάδες της ΧΧ-ΤΘΜ καθώς επίσης και τα πρώτα ΤΟΜΠ Μ113. Ήδη στις μονάδες του Όπλου χρησιμοποιούνται τα ΤΟΜΠ Μ59 και τα ελαφρά τεθωρακισμένα οχήματα MARMON. Αρχίζει η σταδιακή μετακίνηση των αρμάτων Μ47 σε μονάδες που διαθέτουν τους καταστροφείς αρμάτων. Το 1964 είναι η τελευταία χρονιά που η λέξη "Ιππικό" αναγράφεται δίπλα σε όνομα μονάδας του όπλου. Οι Ίλες Τεθωρακισμένου Ιππικού μετονομάζονται σε Ίλες Αναγνωρίσεως και ο τίτλος "Ιππικό" παραμένει μόνο στο όνομα του όπλου και της αντίστοιχης Διεύθυνσης. Με την είσοδο του ΑΜΧ-30, το 1970, τα Ελληνικά Τεθωρακισμένα πέρασαν από την εποχή της βενζίνης στην εποχή της πετρελαιοκίνησης. Τα Σώματα Στρατού απέκτησαν Επιλαρχίες Αναγνωρίσεως και η τελευταία μονάδα καταστροφέων αρμάτων η 399 ΕΚΑ παρέλαβε άρματα Μ47 και μετονομάστηκε σε 5η ΕΑΡΜ με έδρα την Κρήτη.
Η Ίλη Βασιλικής Φρουράς, η τελευταία έφιππη μονάδα του όπλου, αφού μετονομάστηκε για λίγο χρονικό διάστημα Ίλη Προεδρικής Φρουράς, διαλύθηκε το 1973 και όλο το προσωπικό, υλικό και οι ίπποι της μεταφέρθηκαν στο ΚΕΙΠΠ».
Οι παραλαβές νέων οχημάτων και η περαιτέρω διάρθρωση του όπλου δεν σταμάτησε φυσικά στο '73, με τον ελληνικό στρατό να παραλαμβάνει νέα και σύγχρονα άρματα μάχης στα χρόνια που ακολούθησαν...
Ο Μαυροσκούφης και ο τιμημένος μαύρος μπερές
«Ψηλά, ψηλά, τα μαύρα τα μπερέ, δεν τα, δεν τα, δεν τα νικούν ποτέ» φωνάζουν με καμάρι οι Μαυροσκούφηδες, με το μαύρο χρώμα του μπερέ τους να παρέχει το όνομα που είναι γνωστοί στη στρατιωτική αργκό οι οπλίτες Τεθωρακισμένων: οι «μαύροι». Πώς όμως υιοθετήθηκε ο μαύρος μπερές από το όπλο των Τεθωρακισμένων;
Ας ακούσουμε και πάλι τι λέει το ΓΕΣ γι' αυτό: «Σε στρατιωτική χρήση με την ακριβώς σημερινή του μορφή ο μπερές κάνει την εμφάνισή του περί το έτος 1644 στους Αγγλικούς Εμφυλίους Πολέμους. Στα Τεθωρακισμένα ο μπερές υιοθετείται πρώτη φορά από τους Γάλλους Αρματιστές Αξιωματικούς κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το έτος 1917 και ήταν ιδιαίτερα αρεστός στους βετεράνους οπλίτες με αποτέλεσμα να διαδοθεί αυτόματα σε όλα τα πληρώματα σαν μόδα. Το χρώμα του μπερέ επιλέχθηκε μαύρο ή μπλε σκούρο καθαρά για εργονομικούς λόγους, διότι οι λεκέδες από τα λάδια και τα γράσα φαίνονταν λιγότερο».
Και πότε περιλαμβάνεται στις τάξεις του ελληνικού στρατού, δίνοντας υπόσταση στον Μαυροσκούφη; «Ο Μαύρος Μπερές στον Ελληνικό Στρατό υιοθετείται το 1941 στη Μέση Ανατολή ακολουθώντας την εμφάνιση του Αγγλικού Στρατού. Οι πρώτοι που τον φόρεσαν ήταν τα ελληνικά πληρώματα των Lynx ΙΙ, Κάρριερς και Μάρμον Χάριγκτον που εκπαιδεύτηκαν και πολέμησαν στη Μέση Ανατολή. Επισήμως τον Αύγουστο του 1942 συγκροτήθηκε στη Μέση Ανατολή ο Ιερός Λόχος με Διοικητή τον Επίλαρχο Ανδρέα Καλλίνσκη υιοθετώντας ενδυματολογικά τις στολές των Άγγλων Κομάντο με τον διάσημο πράσινο μπερέ. Μπερέ φόρεσαν και πολλοί άνδρες σε όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις στον ελλαδικό χώρο. Με την απελευθέρωση από την γερμανική κατοχή ο μπερές υιοθετείται από τον Ελληνικό Στρατό με διάφορα χρώματα ανάλογα με το όπλο, μαύρο για τα Τεθωρακισμένα, πράσινο για τις Ειδικές Δυνάμεις, μπλε για τους Πεζοναύτες, κόκκινο για την Αεροπορία Στρατού και χακί για τα άλλα όπλα, μέχρι τον Μάιο του 1979 οπότε αντικαταστάθηκε με το δίκοχο, εκτός από τα Τεθωρακισμένα, την Αεροπορία Στρατού και τις Ειδικές Δυνάμεις. Μετά το 1945 ο μαύρος μπερές είναι το κάλυμμα της κεφαλής των τεθωρακισμένων δυνάμεων των περισσοτέρων κρατών και θεωρείται σύμβολο επίλεκτων μονάδων σε όλο τον κόσμο».
Οι χιαστί σπάθες με το πέταλο και το άρμα μάχης του εμβλήματος φανερώνουν την εξέλιξη του ιππικού στα σύγχρονα τεθωρακισμένα οχήματα: εκεί όπου κάποτε το ιππικό ελισσόταν έφιππο και μαχόταν λυσσαλέα έδωσε προοδευτικά τη θέση του στο άρμα μάχης, το κύριο όπλο των τεθωρακισμένων, ένα σύμβολο ισχύος πυρός και κρούσεως.
«Όπου η δόξα και το καθήκον» λοιπόν για τους στρατιώτες των Τεθωρακισμένων, τους τιμημένους Μαυροσκούφηδες, με το Γενικό Επιτελείο Στρατού να παρατηρεί για το έμβλημα:
«Η δόξα αποκτάται με αυτοθυσία και τόλμη, κερδίζεται με την αποφασιστική συντονισμένη και τολμηρή χρησιμοποίηση των εκάστοτε διατιθεμένων μέσων από αυτούς που έχουν αναπτύξει στο έπακρο τις ηθικές τους δυνάμεις και διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις και εμπειρίες με την εκπαίδευση και την άσκηση. Το καθήκον είναι ανιδιοτελής προσφορά υπηρεσιών στην πατρίδα χωρίς υπολογισμό κόπου και χρόνου. Εδραιώνεται με την πλήρη προσήλωση και αυταπάρνηση και την ενσυνείδητη προσφορά υπηρεσιών».
Ιστορία των Τεθωρακισμένων
«Το ιδιαίτερο ηθικόν χαρακτηριστικό του Όπλου του Ιππικού απορρέον εκ της Ιππικής εξασκήσεως, ήτις προσδίδουσα το ριψοκίνδυνον, αναπτύσσει άμα την πρωτοβουλίαν, τη ψυχραιμίαν, και την αυτοπεποίθησιν. Το χαρακτηριστικό τούτο επιτρέπει εις τους ηγήτορας του Ιππικού να δρώσιν ανεξαρτήτως, διατηρούντες ακμαίας τας ηθικάς δυνάμεις και αναπτύσσοντες το πνεύμα του επικαίρου».
Με τα λόγια αυτά η Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια (1929) παρέχει τον ορισμό του ιππικού πνεύματος. Το πνεύμα αυτό είναι που προσπαθεί να κρατήσει ζωντανό το όπλο του Ιππικού-Τεθωρακισμένων. Ως συνεχιστές μιας λαμπρής παράδοσης που ξεκινά από τα βάθη της αρχαιότητας, τα άρματα μάχης αποτελούν σήμερα τον αποφασιστικό παράγοντα στο πεδίο της μάχης, με τον ίδιο τρόπο που σε αλλοτινές εποχές το ιππικό έκανε τη διαφορά.
Ας αφήσουμε όμως την πλούσια ιστορία του ελληνικού ιππικού κατά μέρος και ας δούμε πότε εμφανίζεται το άρμα μάχης στις πολεμικές εχθροπραξίες. Από το ΓΕΣ μαθαίνουμε λοιπόν ότι: «Ενώ ο Ελληνικός Στρατός προετοιμαζόταν για τη Μικρασιατική Εκστρατεία, στην Ευρώπη έκανε την εμφάνιση του το άρμα μάχης. Όταν άρχισε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος οι αντίπαλοι δεν είχαν τεθωρακισμένα οχήματα. Η μεγάλη ανάπτυξη όμως των μέσων πυρός Πεζικού και Πυροβολικού επέφερε την ακινησία στο πεδίο της μάχης και τη διεξαγωγή του πολέμου των χαρακωμάτων. Το Σεπτέμβριο του 1914 ο Βρετανός Σχης Σουίντον πρότεινε την κατασκευή τεθωρακισμένων στο Αυτοκρατορικό Συμβούλιο Άμυνας της Βρετανίας, μέλος του οποίου τύγχανε και ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ως πρώτος Λόρδος του Ναυαρχείου. Το άρμα μόλις παρουσιάστηκε στο πεδίο της μάχης το 1916, χρησιμοποιήθηκε με κύρια αποστολή να προηγείται του Πεζικού στην προέλαση και να καταστρέφει τα εχθρικά πολυβόλα, διευκολύνοντας την προώθηση του Πεζικού. Έτσι διαμορφώθηκε ο πρώτος ρόλος του άρματος: Η υποστήριξη του Πεζικού».
Στη χώρα μας βέβαια δεν θα εμφανιζόταν το άρμα μάχης παρά πολύ αργότερα, αλλάζοντας άρδην την ελληνική πολεμική μηχανή. Ας δούμε τι θυμάται το ΓΕΣ από τις πρώτες μέρες των Τεθωρακισμένων: «Μετά τη λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, στη Γαλλία διαμορφώθηκε, κάτω από την επίδραση της πολεμικής πείρας των πεδίων της Δύσεως, νέο δόγμα για το Ιππικό το οποίο αποκρυσταλλώθηκε στο αξίωμα "ελίσσεσθαι εφίππως και μάχεσθαι πεζή". Το νέο αυτό δόγμα του Πεζομάχου Ιππικού έγινε αποδεκτό από το Ελληνικό Ιππικό αμέσως μετά τη συνθήκη της Λωζάνης. Για την καλύτερη αφομοίωση αυτού του Δόγματος εκλήθη Γαλλική Στρατιωτική Εκπαιδευτική Αποστολή που ήρθε το 1925 στη Ελλάδα και κάτω από την καθοδήγηση της εισήχθησαν στο Ιππικό μεταφρασμένοι οι Γαλλικοί Κανονισμοί Εκπαιδεύσεως, Τακτικής χρησιμοποιήσεως και εν Εκστρατεία Υπηρεσίας του Ιππικού, υιοθετήθηκε η γαλλική οργάνωση και οι γαλλικές συνθέσεις των Μονάδων και εφοδιάστηκε το Ιππικό με όλα τα όπλα του Πεζικού, από χειροβομβίδα μέχρι όλμους. Σημαντικό γεγονός για την ιστορία του Όπλου στην περίοδο του Μεσοπολέμου αποτελεί η δημιουργία Τάγματος Αρμάτων Μάχης με έδρα την Αθήνα. Η δύναμή του ήταν δύο άρματα VICKERS-ARMSTRONG των 6 τόνων και δύο αυτοκίνητα αναγνωρίσεως CARDEN-LOYD, τα οποία αγοράστηκαν το 1931. Είχαν επίσης παραγγελθεί άλλα 14 άρματα των 6-7 τόνων, πλήρη με τον οπλισμό τους, πυρομαχικά, ανταλλακτικά και επικοινωνίες. Τα άρματα όπως και τα αεροπλάνα παραγγέλθηκαν στην Αγγλία και στη Γαλλία, αλλά οι παραγγελίες δεσμεύτηκαν το 1938 εν όψει του επερχόμενου πολέμου, διότι οι μελλοντικοί αντίπαλοι κρατούσαν το υλικό που κατασκεύαζαν για τις ανάγκες τους. Αν και η αριθμητική δύναμη του Ιππικού σε σχέση με το σύνολο του Στρατού που προήλθε από την επιστράτευση ήταν μικρή, ήταν επίλεκτο και όλες οι διοικήσεις το αναζητούσαν. Από τις πρώτες στιγμές της εισόδου του στον αγώνα επέδειξε υψηλό φρόνημα, απαράμιλλη ορμητικότητα και αδάμαστο επιθετικό πνεύμα. Εκτός αυτού ήταν η μεγαλύτερη δύναμη Ιππικού που συγκρότησε ο Ελληνικός Στρατός. Τη 12η Φεβρουαρίου 1941 ο Ελληνικός Στρατός απέκτησε τον πρώτο επιχειρησιακό Σχηματισμό Τεθωρακισμένων. Επρόκειτο για την ΧΙΧ Μηχανοκίνητη Μεραρχία η οποία συγκεντρώθηκε και συγκροτήθηκε στην περιοχή της Λάρισας. Η Μεραρχία διέθετε 27 ελαφρά βρετανικά και ιταλικά (λάφυρα πολέμου) άρματα και 77 οχήματα μεταφοράς πεζικού κατανεμημένα σε τρία Μηχανοκίνητα Συντάγματα (191, 192, 193) και αντίστοιχα μηχανοκίνητα μέσα υποστήριξης μάχης. Η Μεραρχία από 29 Μαρτίου εγκαταστάθηκε αμυντικά στη περιοχή Κιλκίς-Λαχανά περιμένοντας τη γερμανική επίθεση. Προσπάθησε να αμυνθεί έναντι των γερμανικών τεθωρακισμένων με ό,τι δύναμη της είχε απομείνει μετά τους βομβαρδισμούς των Στούκας πλην όμως ήταν ανώφελο. Οι Γερμανοί και πιο μεγάλα άρματα διέθεταν και πιο εκπαιδευμένοι ήταν στην τακτική χρησιμοποίηση των αρμάτων με αποτέλεσμα να ξεπεράσουν το εμπόδιο της Μεραρχίας, όχι όμως τόσο εύκολα όσο αρχικά πίστευαν. Στη Μέση Ανατολή, όπου μεταφέρθηκε ο αγώνας μετά την ανακωχή, συγκροτήθηκε μια Ίλη Τεθωρακισμένων Αυτοκινήτων που εξοπλίσθηκε με οχήματα τύπου Κάρριερ. Η Ίλη αυτή συμμετείχε στη Μάχη του Ελ Αλαμέιν».
Κι έτσι έκαναν την εμφάνισή τους τα πρώτα άρματα μάχης στις τάξεις του ελληνικού στρατού, αν και τα Τεθωρακισμένα θα συγκροτούνταν σε όπλο λίγο αργότερα. Και πάλι όχημά μας θα είναι οι πληροφορίες που παρέχονται από το Γενικό Επιτελείο Στρατού: «Το Όπλο του Ιππικού-Τεθωρακισμένων γεννήθηκε την 21η Φεβρουαρίου 1946. Το νέο όπλο αποτέλεσε συνέχεια του Ιππικού και αναπτύχθηκε μετά την 16 Ιουνίου 1946. Συγκροτήθηκε από μόνιμο και έφεδρο προσωπικό που ανήκε στο όπλο του Ιππικού, καθώς και κατώτερους Αξιωματικούς άλλων όπλων. Τα πρώτα σύγχρονα άρματα που έφτασαν στην Ελλάδα το 1946 ήταν τα ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ Mk1 95mm 28t, βρετανικής κατασκευής και 52 στον αριθμό. Τα άρματα αυτά αποθηκεύτηκαν στο ΚΕΤ και για πάνω από 15 μήνες έμειναν αναξιοποίητα. Τελικά το 1947 στάλθηκαν Αξιωματικοί για εκπαίδευση στην Αγγλική ΣΑΤΘ, οι οποίοι με την επιστροφή τους ενεργοποίησαν τα άρματα και άρχισαν να εκπαιδεύουν πληρώματα. Περί τα τέλη του 1950 το όπλο παρέλαβε νέα άρματα από τις ΗΠΑ, συνολικά 206 M24 75mm 20t που εξόπλισαν τα 392 και 393 Συντάγματα Αρμάτων (Διοίκηση - Ίλη Διοικήσεως - Τρεις Ίλες αρμάτων - 55 άρματα). Το 1952 αποκτήθηκαν οι καταστροφείς αρμάτων M18 105mm 19t, οι οποίοι εξόπλισαν τα νεοσύστατα 397, 398 και 399 Συντάγματα Καταστροφέων Αρμάτων. Το 1957 συγκροτήθηκαν οι πρώτες Επιλαρχίες Αρμάτων με τη σημερινή τους μορφή και συγκεκριμένα η 21η και 22α ΕΜΑ (ουλαμοί 5 αρμάτων) που εξοπλίστηκαν με τα νέα άρματα Μ47 90mm 48t που παρελήφθησαν εκείνη την εποχή από τις ΗΠΑ. Το 1963 παραλαμβάνονται τα πρώτα άρματα Μ48 που αρχίζουν να εξοπλίζουν τις μονάδες της ΧΧ-ΤΘΜ καθώς επίσης και τα πρώτα ΤΟΜΠ Μ113. Ήδη στις μονάδες του Όπλου χρησιμοποιούνται τα ΤΟΜΠ Μ59 και τα ελαφρά τεθωρακισμένα οχήματα MARMON. Αρχίζει η σταδιακή μετακίνηση των αρμάτων Μ47 σε μονάδες που διαθέτουν τους καταστροφείς αρμάτων. Το 1964 είναι η τελευταία χρονιά που η λέξη "Ιππικό" αναγράφεται δίπλα σε όνομα μονάδας του όπλου. Οι Ίλες Τεθωρακισμένου Ιππικού μετονομάζονται σε Ίλες Αναγνωρίσεως και ο τίτλος "Ιππικό" παραμένει μόνο στο όνομα του όπλου και της αντίστοιχης Διεύθυνσης. Με την είσοδο του ΑΜΧ-30, το 1970, τα Ελληνικά Τεθωρακισμένα πέρασαν από την εποχή της βενζίνης στην εποχή της πετρελαιοκίνησης. Τα Σώματα Στρατού απέκτησαν Επιλαρχίες Αναγνωρίσεως και η τελευταία μονάδα καταστροφέων αρμάτων η 399 ΕΚΑ παρέλαβε άρματα Μ47 και μετονομάστηκε σε 5η ΕΑΡΜ με έδρα την Κρήτη.
Η Ίλη Βασιλικής Φρουράς, η τελευταία έφιππη μονάδα του όπλου, αφού μετονομάστηκε για λίγο χρονικό διάστημα Ίλη Προεδρικής Φρουράς, διαλύθηκε το 1973 και όλο το προσωπικό, υλικό και οι ίπποι της μεταφέρθηκαν στο ΚΕΙΠΠ».
Οι παραλαβές νέων οχημάτων και η περαιτέρω διάρθρωση του όπλου δεν σταμάτησε φυσικά στο '73, με τον ελληνικό στρατό να παραλαμβάνει νέα και σύγχρονα άρματα μάχης στα χρόνια που ακολούθησαν...
Ο Μαυροσκούφης και ο τιμημένος μαύρος μπερές
«Ψηλά, ψηλά, τα μαύρα τα μπερέ, δεν τα, δεν τα, δεν τα νικούν ποτέ» φωνάζουν με καμάρι οι Μαυροσκούφηδες, με το μαύρο χρώμα του μπερέ τους να παρέχει το όνομα που είναι γνωστοί στη στρατιωτική αργκό οι οπλίτες Τεθωρακισμένων: οι «μαύροι». Πώς όμως υιοθετήθηκε ο μαύρος μπερές από το όπλο των Τεθωρακισμένων;
Ας ακούσουμε και πάλι τι λέει το ΓΕΣ γι' αυτό: «Σε στρατιωτική χρήση με την ακριβώς σημερινή του μορφή ο μπερές κάνει την εμφάνισή του περί το έτος 1644 στους Αγγλικούς Εμφυλίους Πολέμους. Στα Τεθωρακισμένα ο μπερές υιοθετείται πρώτη φορά από τους Γάλλους Αρματιστές Αξιωματικούς κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το έτος 1917 και ήταν ιδιαίτερα αρεστός στους βετεράνους οπλίτες με αποτέλεσμα να διαδοθεί αυτόματα σε όλα τα πληρώματα σαν μόδα. Το χρώμα του μπερέ επιλέχθηκε μαύρο ή μπλε σκούρο καθαρά για εργονομικούς λόγους, διότι οι λεκέδες από τα λάδια και τα γράσα φαίνονταν λιγότερο».
Και πότε περιλαμβάνεται στις τάξεις του ελληνικού στρατού, δίνοντας υπόσταση στον Μαυροσκούφη; «Ο Μαύρος Μπερές στον Ελληνικό Στρατό υιοθετείται το 1941 στη Μέση Ανατολή ακολουθώντας την εμφάνιση του Αγγλικού Στρατού. Οι πρώτοι που τον φόρεσαν ήταν τα ελληνικά πληρώματα των Lynx ΙΙ, Κάρριερς και Μάρμον Χάριγκτον που εκπαιδεύτηκαν και πολέμησαν στη Μέση Ανατολή. Επισήμως τον Αύγουστο του 1942 συγκροτήθηκε στη Μέση Ανατολή ο Ιερός Λόχος με Διοικητή τον Επίλαρχο Ανδρέα Καλλίνσκη υιοθετώντας ενδυματολογικά τις στολές των Άγγλων Κομάντο με τον διάσημο πράσινο μπερέ. Μπερέ φόρεσαν και πολλοί άνδρες σε όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις στον ελλαδικό χώρο. Με την απελευθέρωση από την γερμανική κατοχή ο μπερές υιοθετείται από τον Ελληνικό Στρατό με διάφορα χρώματα ανάλογα με το όπλο, μαύρο για τα Τεθωρακισμένα, πράσινο για τις Ειδικές Δυνάμεις, μπλε για τους Πεζοναύτες, κόκκινο για την Αεροπορία Στρατού και χακί για τα άλλα όπλα, μέχρι τον Μάιο του 1979 οπότε αντικαταστάθηκε με το δίκοχο, εκτός από τα Τεθωρακισμένα, την Αεροπορία Στρατού και τις Ειδικές Δυνάμεις. Μετά το 1945 ο μαύρος μπερές είναι το κάλυμμα της κεφαλής των τεθωρακισμένων δυνάμεων των περισσοτέρων κρατών και θεωρείται σύμβολο επίλεκτων μονάδων σε όλο τον κόσμο».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου