Μόλις μια εβδομάδα απέμεινε για τις εθνικές εκλογές. Τα 3 τελευταία χρόνια ο πολιτικός χρόνος έγινε τόσο συμπιεσμένος που πολύ δύσκολα μπορεί κάποιος να «χωνέψει» όλα όσα έχουν συμβεί. Η Ελλάδα είδε μπροστά της ξαφνικά, σαντοίχο που ξεφυτρώνει κινηματογραφικά στη μέση αυτοκινητοδρόμου μεγάλων ταχυτήτων, όλα εκείνα που για χρόνια κάποιοι ψιθύριζαν μεταξύ τους, άλλοι τα φώναζαν και τα υπερθεμάτιζαν, μερικοί τα έκρυβαν κάτω από το χαλί γιατί έτσι βόλευε και ορισμένοι τα αγνοούσαν γιατί απλώς ποτέ δεν έτυχε να τους απασχολήσουν. Υπάρχουν και εκείνοι που, καθισμένοι πάνω σε «δόγματα», προτιμούσαν να βλέπουν άλλο έργο σε παλιές βιντεοκασέτες και σήμερα συνεχίζουν να το ξαναβάζουν στο βίντεο τσεκάροντας το πόσο καλά έχουν μάθει απέξω τις ατάκες του.
Είναι εντυπωσιακό δε το γεγονός ότι όλες αυτές τις παθογένειες η ελληνική κοινωνία και το πολιτικό μας σύστημα πάντα τις εντόπιζαν λεκτικά επιτυχώς, άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο, όμως δεν κατάφεραν να τις εξαλείψουν για διάφορους λόγους που μάλλον για όλους μας είναι προφανείς ακόμα και αν τους προβάλλουμε μέσα από αυστηρώς υποκειμενικά πρίσματα. Οι ευθύνες μοιράζονται σε όλους, όχι το ίδιο, διαβαθμίζονται, αλλά κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι δεν φέρει μερίδιο για διάφορες παραλείψεις ή πράξεις, είτε υπήρξε στην κυβέρνηση, είτε στην αντιπολίτευση. Είτε με τις πρακτικές του δημιούργησε, εγκατέστησε και υπόθαλψε καταστροφικές νοοτροπίες, είτε εμπόδισε για κομματικό ή προσωπικό όφελος κάθε προσπάθεια οποιασδήποτε θετικής αλλαγής στο παρελθόν.
Ακόμα και εκείνοι που λένε «ποτέ δεν ψήφισα» ή «ποτέ δεν ασχολήθηκα με την πολιτική», φέρουν βαριά ευθύνη ακριβώς γιατί προτίμησαν να απέχουν συστηματικά από το πολιτικό γίγνεσθαι, όχι με την έννοια του υποψηφίου ή του κομματικά ενταγμένου, αλλά με την έννοια του πολίτη που συμμετέχει στα κοινά, μελετάει γεγονότα, διαμορφώνει την προσωπική του άποψη και εκφέρει δημόσιο λόγο με κάθε τρόπο. Ακόμα και εκείνοι που στάθηκαν για πολλά χρόνια στη μεριάτου βολικού «απολιτίκ» έχουν βαριά ευθύνη γιατί με τον καιρό, ενώ επέλεξαν να απέχουν, παρασύρθηκαν στην εύκολη κριτική, μπήκαν στο πεδίο των εύκολων αφορισμών, πιστεύοντας ότι αυτό ήταν μια στάση ζωής που θα τους εξασφάλιζε αυτό που λέμε «να έχω το κεφάλι μου ήσυχο».
Πιστεύουν πολλοί σήμερα ότι επειδή δεν ασχολήθηκαν ποτέ, με οποιονδήποτε τρόπο με τα πολιτικά πράγματα ή ακόμα και επειδή ενδεχομένως δεν ψήφιζαν, έχουν το δικαίωμα να ξιφουλκούν κατά του οποιουδήποτε, να μοιράζουνισοπεδωτικά ευθύνες, να δείχνουν αδιακρίτως ενόχους, να αφορίζουν, ενίοτε να κανιβαλίζουν ή να πιστεύουν ότι είναι οι πιο κατάλληλοι κριτές των πάντων. Κι όμως αυτό είναι τεράστιο λάθος γιατί με ποιον τρόπο άραγε θα παραστήσεις τον «δικαστή» όταν ποτέ δεν έχεις ασχοληθεί, δεν έχεις προσπαθήσει να αλλάξεις πράγματα, δεν έχεις γνώση επί της διαδοχής και εξέλιξης γεγονότων και καταστάσεων ; Πως μπορείς να ξεχωρίσεις θετικά το οτιδήποτε σήμερα όταν πάντα θεωρούσες ή ήθελες να θεωρείς ότι όλα είναι ίδια ; Πως γίνεται σήμερα να επιζητά κάποιος να επιτελέσει το ρόλο του εθνικού προστάτη, του εκδικητή ή του οργισμένου πολιτικού «δήμιου» όταν η διαρκής συνειδητή επιλογή του ήταν να απέχει από όλα ;
Προφανώς και δεν αναφέρομαι απλώς στην έννοια της γνώμης γιατί δεν είναι αυτό το ζητούμενο της 17ης Ιουνίου. Αναφέρομαι σε αυτό που πραγματικά κάνουμε σε κάθε εκλογές και δείχνουμε να το έχουμε ξεχάσει λίγο στις μέρες μας. Στιςεκλογές καλούμαστε να επιλέξουμε κυβερνητική ρότα για τη χώρα, προσανατολισμό, πορεία και πρόσωπα που θα υπηρετήσουν όλα αυτά. Και είμαστε ακόμα μια χώρα που χρειάζεται να έχει κυβέρνηση, κυρίως γιατί δεν έχουμε καταφέρει να λειτουργούν όλα ρολόι μόνα τους και αυτοματοποιημένα, και γιατί δεν έχουμε φτάσει ως κράτος να λειτουργούν έστω και τα βασικά πέρα και πάνω από ένα κυβερνητικό σχήμα. Σε άλλες χώρες της Ευρώπης έχουν επιτευχθείτέτοιου είδους ισορροπίες αν και με αυτές προσωπικά διαφωνώ γιατί αποκόβουν πλήρως τον πολίτη από τη συναίσθηση ότι έχει μια κυβέρνηση στην οποία κάποια στιγμή – έστω και δυνητικά – μπορεί να συμμετάσχει και ο ίδιος ή να συνδιαμορφώσει το στρατηγικό της πλαίσιο και σχεδιασμό. Απομακρύνουν δηλαδή τον πολίτη από την ίδια την πολιτική και καθιστούν την κυβερνητική διάταξη ένα είδος στεγνής διαχειριστικής υφής χωρίς ιδεολογία, χωρίς όραμα, χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο και προοπτική.
Πολλά από όσα ανέφερα, εδώ και χρόνια, ακόμα και σε περιόδους ομαλής πολιτικής ροής, μας λείπουν, υπολειτουργούν ή απουσιάζουν πλήρως. Όμως όταν δεν λειτουργεί μια διαδικασία, ένας θεσμός, μια δομική, δημοκρατική, κοινοβουλευτική οντότητα, δεν σημαίνει ότι πρέπει να την καταργήσουμε. Αντιθέτως πρέπει να τη διαφυλάξουμε και να αναζητήσουμε στους ανθρώπους τους λόγους που τις φθείρουν. Και πρωτίστως δεν πρέπει να θεωρήσουμε ποτέ ότι κάποιοι μπορούν «εξωθεσμικά», γκανγκστερικά ή με «προνομιακούς» όρους να παριστάνουν τους «μάστορες» ή τους «ειδικούς» που θα προχωρήσουν σε αφαιρετικές εγχειρήσεις μέσω διάφορων τρόπων ολικής αναισθησίας, καταστολής ή «εφαρμογής γύψου».
Όσο και αν σε πολλούς έχει δοθεί η εντύπωση ότι όσα ζούμε σήμερα αποτελούν το χείριστο σημείο, τον πάτο του βαρελιού, αυτό δεν ισχύει. Και όσοι νομίζουν ότι μπορούμε να κινηθούμε σε μια πορεία ελεύθερης πτώσης χωρίς αλεξίπτωτο, έτσι απλά για να το δοκιμάσουμε ή «για να δούμε πως είναι», θα είναι οι πρώτοι που θα διαμαρτυρηθούν και ξανά θα «αγανακτήσουν» συνειδητοποιώντας ότι στο τέλος της διαδρομής υπάρχει σκοτάδι, χάος, άβυσσος. Αλλά τότε η νέα επιλογή δεν θα είναι απλώς να πάμε μια βόλτα στο Σύνταγμα και να ρίξουμε μια μούντζα στη Βουλή …
Όλα όσα έχουν συμβεί την τελευταία εβδομάδα δείχνουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι όχι απλώς υπάρχουν χειρότερα, αλλά ορισμένα έχουν ήδη επωαστεί και εμφανιστεί, άλλα ετοιμάζονται με το «όπλο παρά πόδα» και κάποια θεωρούν ότι πρέπει η πατρίδα να περάσει μαζί τους τη νευρωτική και ενίοτε αλλοπρόσαλλη εφηβεία τους.
Όλοι μας ξέρουμε πια τι πρέπει να αλλάξει σε τούτη τη χώρα για να γίνει μια πραγματική «ευρωπαϊκή» χώρα. Ευρωπαϊκή χώρα ούτε τύπου Ολάντ, ούτε Μέρκελ, ούτε κανενός άλλου τύπου. Ελληνική ευρωπαϊκή χώρα.
Στις εκλογές πρέπει να εξασφαλίσουμε το ελάχιστο υπόβαθρο για να αλλάξουμε όλα εκείνα που έχουμε ανάγκη. Πρέπει να εξασφαλίσουμε ένα περιβάλλον που να έχει αναφορές, που να μην είναι περιθωριοποιημένο, που να είναι δυναμικό και που δεν θα είναι κακέκτυπο αποτυχημένων μοντέλων τα οποία μέσω εθνικής λογοκρισίας προβάλουν εικόνες υποχρεωτικών ομαδικών θρήνων, δήθεν λαϊκών ηγετών που ουσιαστικά είναι μονάρχες ή δικτάτορες. Η Ελλάδα πρέπει ρητά να παραμείνει μέσα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι την ώρα που εκείνο συνολικά θα αντιμετωπίσει την κρίση. Η Ελλάδα δεν πρέπει να χάσει συμμάχους την ώρα που τους χρειάζεται όλους, η ελληνική κοινωνία δεν πρέπει να βυθιστεί στο σκοτάδι ελπίζοντας πως κάποιος άλλος έξω από αυτή θα έρθει κάποια στιγμή να σηκώσει το διακόπτη, ή πιστεύοντας πως διχάζοντας την κοινωνία της και δημιουργώντας κοινωνικούς αυτοματισμούς θα οδηγηθεί από καραμπόλα σε κάτι καλύτερο.
Σαφώς και υπάρχουν σοβαρές «εκπτώσεις» σε αυτή τη λογική. Υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες και ένα μονοπάτι που απαιτεί επίπονη προσπάθεια. Όλοι όσοι κόπτονται για τις αδύναμες τάξεις πρέπει να αναλογιστούν μήπως με τις επιλογές τους μας οδηγήσουν σε ένα ολικό αδιέξοδο που δεν θα μπορεί να απλώσει ούτε ένα ελάχιστο δίχτυ προστασίας τους. Προτιμώ λοιπόν να κάνω μια τέτοιου είδους «έκπτωση», παρά την «έκπτωση» που έκανε εκείνος που έβλεπε για χρόνια το διπλανό του να δηλώνει ως χτήμα του το φαράγγι της Σαμαριάς για να πάρει επιδότηση. Προτιμώ να δώσω τη μάχη υπό στοιχειώδεις συνθήκες για όσα πρέπει να αλλάξουν, παρά σαν άλλος «γλάρος» να πετάωκρώζοντας πάνω από συντρίμμια, σκουπίδια και υπολείμματα ναυαγίων.
Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.
Βασίλειος Μπαλάφας
vasileios[at]balafas.gr
vbalafas.blogspot.com
Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 10 Ιουνίου 2012, σελίδα 7
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου