Η «φωνή των γηπέδων», ο Γιάννης Διακογιάννης, άρχισε την τηλεοπτική του καριέρα ταυτόχρονα με τη δημιουργία της τηλεόρασης στην Ελλάδα. Μέχρι μάλιστα που το όνομά του τραγουδήθηκε από τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, κάτι που ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει συμβεί για κανέναν από το χώρο του...
Η χαρακτηριστική του φωνή, ο τρόπος που μετέδιδε τους αθλητικούς αγώνες, η αντικειμενικότητά του, οι πολύπλευρες γνώσεις του, οι επισημάνσεις του και ο τρόπος με τον οποίο σχολίαζε, τον έκαναν όχι μόνο να ξεχωρίσει αλλά να αναδειχθεί σε μία από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής τηλεόρασης.
«Μου είπαν να κοιτάξω την κάμερα και μόλις δω το κόκκινο φωτάκι αναμμένο να πω “καλησπέρα” και να ξεκινήσω», είχε πει για το ξεκίνημα της εκπομπής «Αθλητική Κυριακή». Κι εκείνη, από την ημέρα που άρχισε, στέριωσε και το βιογραφικό της γέμισε με δεκάδες ταξίδια, παγκόσμια κύπελλα, ευρωπαϊκά πρωταθλήματα αλλά και δύσκολες στιγμές, «όπως τότε στη δικτατορία, όταν μου ζήτησαν να αφήσω τα αθλητικά και να πω δελτία ειδήσεων». Ευτυχέστερες για εκείνον ήταν πάντοτε οι μεταδόσεις των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Ζαννό, όπως τον αποκαλούσαν οι παιδικοί του φίλοι, ξεχώρισε ως σπορτσκάστερ. Από τη δεκαετία του ΄60 άλλωστε μυήθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο το 1954 και είδε ως τηλεθεατής τους αγώνες στη Γαλλία. Βρισκόταν εκεί για σπουδές, όμως τον τράβηξε η δημοσιογραφία και γι’ αυτό δεν έγινε πιανίστας.
Τότε εργαζόταν στη «Λ’ εκίπ» και έστελνε ανταποκρίσεις στην «Αθλητική Ηχώ». Σχεδίαζε να πάει στην Ελβετία αλλά τελικά έμεινε στη Γαλλία και παρακολούθησε τα ματς στην τηλεόραση.
Διέπρεψε τόσο στις εφημερίδες στις οποίες εργάστηκε, έμεινε αξέχαστος στη μετάδοση των αγώνων και φυσικά συνδέθηκε με την τηλεόραση. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που η αγάπη του για το χώρο, τον οδήγησε στο να διδάσκει αθλητική δημοσιογραφία σε πολύ γνωστή ιδιωτική σχολή.
Όμως, ο Γιάννης Διακογιάννης, που θα μείνει αξέχαστος, όπως λέει στο newsbeast.gr, πλέον ανήκει στο παρελθόν. «Εγώ έκανα την καριέρα μου και ανήκω στο παρελθόν. Σειρά έχουν οι νέοι τώρα», λέει χαρακτηριστικά. Και συνεχίζει αναφέροντας ότι παρά την αγάπη του για τη δημοσιογραφία, πλέον δεν θα συμβούλευε τους νέους να ασχοληθούν με το επάγγελμα που τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο.
«Δεν θα τους συμβούλευα να γίνουν δημοσιογράφοι. Μάλλον όχι είναι η απάντησή μου. Το γιατί είναι εύκολο να το αντιληφθεί κάποιος δεδομένης της κατάστασης στη χώρα», συμπληρώνει.
Και τονίζει ότι παρακολουθεί τους αγώνες ποδοσφαίρου, τον πικραίνουν όσα λαμβάνουν χώρα στα γήπεδα. Κι αυτό γιατί με αυτό τον τρόπο κλονίζεται η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Πέρα όμως από τις επαγγελματικές του επιτυχίες, ο βετεράνος της δημοσιογραφίας κατάφερε να φτιάξει μία ξεχωριστή οικογένεια. Έχει κάνει παιδιά με τη γυναίκα που λάτρεψε σε όλη του τη ζωή και είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένος με αυτά που κατάφερε. Και γι’ αυτό προτιμά να μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, παρά να μιλά για να κερδίσει τα φλας. Άλλωστε, το χειροκρότημα το έχει κερδίσει προ πολλού…
Η χαρακτηριστική του φωνή, ο τρόπος που μετέδιδε τους αθλητικούς αγώνες, η αντικειμενικότητά του, οι πολύπλευρες γνώσεις του, οι επισημάνσεις του και ο τρόπος με τον οποίο σχολίαζε, τον έκαναν όχι μόνο να ξεχωρίσει αλλά να αναδειχθεί σε μία από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής τηλεόρασης.
«Μου είπαν να κοιτάξω την κάμερα και μόλις δω το κόκκινο φωτάκι αναμμένο να πω “καλησπέρα” και να ξεκινήσω», είχε πει για το ξεκίνημα της εκπομπής «Αθλητική Κυριακή». Κι εκείνη, από την ημέρα που άρχισε, στέριωσε και το βιογραφικό της γέμισε με δεκάδες ταξίδια, παγκόσμια κύπελλα, ευρωπαϊκά πρωταθλήματα αλλά και δύσκολες στιγμές, «όπως τότε στη δικτατορία, όταν μου ζήτησαν να αφήσω τα αθλητικά και να πω δελτία ειδήσεων». Ευτυχέστερες για εκείνον ήταν πάντοτε οι μεταδόσεις των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Ζαννό, όπως τον αποκαλούσαν οι παιδικοί του φίλοι, ξεχώρισε ως σπορτσκάστερ. Από τη δεκαετία του ΄60 άλλωστε μυήθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο το 1954 και είδε ως τηλεθεατής τους αγώνες στη Γαλλία. Βρισκόταν εκεί για σπουδές, όμως τον τράβηξε η δημοσιογραφία και γι’ αυτό δεν έγινε πιανίστας.
Τότε εργαζόταν στη «Λ’ εκίπ» και έστελνε ανταποκρίσεις στην «Αθλητική Ηχώ». Σχεδίαζε να πάει στην Ελβετία αλλά τελικά έμεινε στη Γαλλία και παρακολούθησε τα ματς στην τηλεόραση.
Διέπρεψε τόσο στις εφημερίδες στις οποίες εργάστηκε, έμεινε αξέχαστος στη μετάδοση των αγώνων και φυσικά συνδέθηκε με την τηλεόραση. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που η αγάπη του για το χώρο, τον οδήγησε στο να διδάσκει αθλητική δημοσιογραφία σε πολύ γνωστή ιδιωτική σχολή.
Όμως, ο Γιάννης Διακογιάννης, που θα μείνει αξέχαστος, όπως λέει στο newsbeast.gr, πλέον ανήκει στο παρελθόν. «Εγώ έκανα την καριέρα μου και ανήκω στο παρελθόν. Σειρά έχουν οι νέοι τώρα», λέει χαρακτηριστικά. Και συνεχίζει αναφέροντας ότι παρά την αγάπη του για τη δημοσιογραφία, πλέον δεν θα συμβούλευε τους νέους να ασχοληθούν με το επάγγελμα που τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο.
«Δεν θα τους συμβούλευα να γίνουν δημοσιογράφοι. Μάλλον όχι είναι η απάντησή μου. Το γιατί είναι εύκολο να το αντιληφθεί κάποιος δεδομένης της κατάστασης στη χώρα», συμπληρώνει.
Και τονίζει ότι παρακολουθεί τους αγώνες ποδοσφαίρου, τον πικραίνουν όσα λαμβάνουν χώρα στα γήπεδα. Κι αυτό γιατί με αυτό τον τρόπο κλονίζεται η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Πέρα όμως από τις επαγγελματικές του επιτυχίες, ο βετεράνος της δημοσιογραφίας κατάφερε να φτιάξει μία ξεχωριστή οικογένεια. Έχει κάνει παιδιά με τη γυναίκα που λάτρεψε σε όλη του τη ζωή και είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένος με αυτά που κατάφερε. Και γι’ αυτό προτιμά να μένει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, παρά να μιλά για να κερδίσει τα φλας. Άλλωστε, το χειροκρότημα το έχει κερδίσει προ πολλού…
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου