Κυριακή 6 Μαΐου 2012

Συνέντευξη ντοκουμέντο του Γ. Κοντογιώργη το 1996: “ΜΜΕ και διαπλοκή”


Διαβάστε την συνέντευξη του Καθηγητή Κοντογιώργη η οποία έγινε το 1996, μέρος αυτής δημοσιεύτηκε στην «Ελευθεροτυπία».
Πρόκειται για ντοκουμέντο. Διαβάστε τι λέει για τον Ψυχάρη, τον Λαμπράκη, «το Συγκρότημα», την διαπλοκή…

Όταν έγινε η συνέντευξη στον Χρήστο Μιχαηλίδη ήμασταν στο 1996.
Η συνέντευξη δημοσιεύεται στο νέο βιβλίο του καθηγητή με τίτλο «Κομματοκρατία και δυναστικό κράτος. Μια ερμηνεία του ελληνικού αδιεξόδου», εκδ. Πατάκη (2012).

«Το Λαμπρακιστάν στη χώρα της Μιμιλάνδης[1]

Ο έλεγχος της ενημέρωσης
Όταν λέτε ότι «ο Ψυχάρης είναι παράγων του τόπου» πώς το
τεκμηριώνετε για να γίνετε πιστευτός;
Ο «Ψυχάρης» είναι ένα σύμπτωμα ενός αποστήματος που υφέρπει στην πολιτική ζωή. Το θέμα δεν είναι η προσωπική φιλοδοξία του κ. Ψυχάρη αλλά το περιβάλλον που λειτουργεί ως θερμοκήπιο και εκτρέφει «Ψυχάρηδες». Δηλαδή ένα σύστημα που προορίζεται να λεηλατεί και να χειραγωγεί διά του κράτους την κοινωνία. Διερωτηθείτε γιατί ο Έλληνας υπό διεθνώς ανταγωνιστικές συνθήκες αναδείχνεται στην κορυφή, στον τομέα δράσης του, ενώ στην Ελλάδα συνθλίβεται. Ο Ψυχάρης υπάρχει διότι κυριαρχεί το «σύστημα Λαμπράκη» στην πολιτική.
Το ακούω συνεχώς αυτό για τον κ. Λαμπράκη. Πείτε μου, όμως, 
πιο συγκεκριμένα, πώς ακριβώς λειτουργεί το «σύστημα Λαμπράκη».
Ο Λαμπράκης αντιπροσωπεύει σε μεγάλο βαθμό, και συγχρόνως συμβολίζει, ένα σύστημα που συνίσταται στην αποθέωση της δύναμης, στη γιγάντωση του παρασκηνίου, στην υποταγή της πολιτικής τάξης της χώρας στα διαπλεκόμενα, στην ιδιοποίηση του δημόσιου αγαθού. Με απλά λόγια, στην ομηρία της κοινωνίας. Δείτε τι συμβαίνει: το πολιτικό σύστημα εμπιστεύεται τη διακυβέρνηση της χώρας στην πολιτική εξουσία. Η κοινωνία νομιμοποιεί με την ψήφο της τον πολιτικό στην εξουσία. Δεν έχει όμως ούτε δικαίωμα ελέγχου ούτε ανάκλησης της εντολής. Μετά τις εκλογές η κοινωνία χάνει την επαφή της με τον πολιτικό, τον οποίο εφεξής τον παραλαμβάνει ο ισχυρός κλοιός του παρασκηνίου. Τα ΜΜΕ, που άλλοτε θεωρήθηκε ότι έλεγχαν την εξουσία και ενημέρωναν, σήμερα λειτουργούν κυρίως ως δύναμη, ως πολιορκητικός κλοιός της εξουσίας. Τα ΜΜΕ, όμως, δεν είναι εξουσία, είναι δύναμη. Δεν αποφασίζουν, εξαναγκάζουν στη λήψη των αποφάσεων. Χρειάζονται συνεπώς αχυρανθρώπους. Συμβαίνει επίσης τα ΜΜΕ από μέσα ενημέρωσης να έχουν μετεξελιχθεί στην Ελλάδα σε πεδίο της πολιτικής. Εκεί παράγεται το ουσιώδες της πολιτικής. Έτσι, με τη σημερινή του δέσμευση, ο ιδιοκτήτης του «μέσου»γίνεται και ιδιοκτήτης της πολιτικής. Δεν είναι πια οι δυνάμεις της πολιτικής που διαμορφώνουν το περιεχόμενο του πολιτικού λόγου, τα πρόσωπα που θα τον εκφράσουν διά των «μέσων» στην κοινωνία, αλλά οι τηλεκράτορες, οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ γενικότερα. Ερευνήστε τις δραστηριότητες των ιδιοκτητών των ΜΜΕ και θα δείτε με τι ασχολούνται οι περισσότεροι. Δέστε τις ενημερωτικές εκπομπές και θα διαπιστώσετε ότι οι κυριότερες ελέγχονται από το Συγκρότημα. Κάνετε μια στατιστική των πολιτικών που συνωστίζονται στις εφημερίδες ή στα κανάλια, συνδυάστε την με τα πολιτικά γεγονότα και δεν θα δυσκολευτείτε να βγάλετε συμπέρασμα. Αυτή η στατιστική θα σας πείσει γιατί το Συγκρότημα είναι ο στρατηγικός εγκέφαλος της ομηρίας του πολιτικού συστήματος.
Δυσκολεύομαι να δεχθώ αυτή την εξήγηση, πρώτον γιατί όλοι οι δημοσιογράφοι που διαχειρίζονται, όπως λέτε, ενημερωτικά προγράμματα στην τηλεόραση δεν είναι υπάλληλοι του κ. Λαμπράκη, και δεύτερον γιατί δεν πιστεύω ότι ένας καλός δημοσιογράφος μπορεί να «συρθεί» από οποιονδήποτε εκδότη ή ιδιοκτήτη.
Αναφέρθηκα σε «σύστημα Λαμπράκη». Όπως σε κάθε σύστημα, υπάρχει ένα καθεστώς κυριαρχίας και τα αντισώματα. Ένα σύστημα ισχύος και παρασκηνίου δεν λειτουργεί ποτέ συγκεντρωτικά. Δεν αποφασίζει υποχρεωτικά ο «Λαμπράκης» για το αν θα κληθεί ο «άλφα» ή ο «βήτα» πολιτικός ή πνευματικός άνθρωπος. Ο «Λαμπράκης» όμως διαγράφει με τις επιλογές του τους άξονες του συστήματος. Η λογική του συστήματος υπαγορεύει τις επιμέρους επιλογές και συμπεριφορές.
Δηλαδή;
Ο δημοσιογράφος γνωρίζει τα όριά του, σε ποιο πλαίσιο θα πρέπει να κινηθεί για να συνεχίσει να έχει ρόλο στο σύστημα. Ποια θέματα θα θίξει, ποια πρόσωπα θα προβάλει. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τον πολιτικό, κυρίως για τον πολιτικό που έχει μια μεγαλύτερη φιλοδοξία.
Ο μύθος και ο «μύθος»
Όπως τα λέτε, αν ένας πολιτικός δεν τα έχει καλά με τον κ. Λαμπράκη, δεν θα δει ποτέ στον ήλιο μοίρα;
Αμφιβάλλετε; Ας πάρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα. Ποιοι διατέλεσαν υπουργοί Πολιτισμού τις τελευταίες δεκαετίες και ποια η σχέση τους με το Συγκρότημα;

Η συνέντευξη είναι απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Καθηγητή από τις εκδόσεις Πατάκη
Σας είπα: όλοι οι έως τώρα υπουργοί Πολιτισμού υπήρξαν στενοί συνεργάτες και φίλοι του κ. Λαμπράκη. Τους υπουργούς αυτούς δεν τους διόρισα εγώ αλλά ο πρωθυπουργός. Και ο πρωθυπουργός δεν τους επέλεξε τυχαία. Όπως επί βασιλείας υπήρχαν περιοχές πολιτικής ευθύνης που ο πρωθυπουργός όφειλε να συνεκτιμήσει και τη βούληση του θρόνου, έτσι και τώρα: υπάρχουν υπουργεία όπου ο υπουργός οφείλει να απολαμβάνει και της εμπιστοσύνης του κ. Λαμπράκη. Ο πολιτισμός, η παιδεία και η έρευνα, το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. κτλ. Εγώ θα σας υποβάλω μια διευκρινιστική απλώς ερώτηση: Ψάξατε στις εφημερίδες του Συγκροτήματος πόσες φορές σε σχέση με άλλους προβάλλεται το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.; Την απάντηση σας καλώ να τη συνδυάσετε με τα ανοικτά ενδιαφέροντα του κ. Λαμπράκη στο υπουργείο αυτό. Εκτός εάν πιστεύετε ότι ο όποιος υπουργός, αφού είναι υποχρεωμένος να συνεκτιμήσει τη σταδιοδρομία του, δεν θα διερωτηθεί για τις επιπτώσεις μιας απόφασης που θα «στεναχωρήσει» τον κ. Λαμπράκη. Ή αν έχετε ψευδαισθήσεις για την αντίδρασή του αν ο εν λόγω κύριος του ζητήσει κάτι.
Εγώ νομίζω ότι, όπως σε όλα τα πράγματα στην Ελλάδα, το φαινόμενο Λαμπράκη, όπως το ονομάζετε, χωρίς να λέω ότι δεν υφίσταται, έχει πάρει διαστάσεις σχεδόν μυθικές και, κατ’ επέκταση, καθορίζει τις συμπεριφορές ευάλωτων ανθρώπων. Θέλω να πω δηλαδή, ότι αν, ας πούμε, ο μακαρίτης Χατζιδάκις, έλεγε «όχι» σε κάποια απαίτηση του κ. Λαμπράκη, τίποτα απολύτως δεν θα πάθαινε.
Να σας πω. Ο Χατζιδάκις δεν έγινε ποτέ υπουργός Πολιτισμού. Διερωτηθείτε γιατί. Ο ίδιος ο Χατζιδάκις έλεγε λίγο πριν πεθάνει ότι αναζήτησε επανειλημμένα στο τηλέφωνο για ένα ζήτημα τον υπουργό Πολιτισμού και δεν βγήκε. Ο υπουργός αυτός όμως συνεδρίαζε για τις υποθέσεις του υπουργείου στο γραφείο του κ. Λαμπράκη, ή με τον κ. Λαμπράκη. Και δεν περνάει μέρα που να μην παρελαύνει από τις εφημερίδες του Συγκροτήματος. Ακούστε. Ένα σύστημα δεν επιβιώνει και δεν κρίνεται ούτε από τους ήρωές του ούτε από την καλή θέληση ενός εκάστου. Η αξία του προκύπτει από τον ρόλο που αναγνωρίζει στα μέλη του, στην κοινωνία. Αλίμονο αν δεν κατοχυρώνει την ελευθερία και την ασφάλεια των ασθενέστερων από την παμφάγα θέληση των ισχυρών. Όταν σε ένα σύστημα βασιλεύει ο φόβος και το παρασκήνιο, το σύστημα αυτό δεν είναι δημοκρατικό. Δεν είναι καν σύστημα.
Δεν μου απαντάτε, όμως, περί του μυθικού που σας ανέφερα προηγουμένως.
Όταν η δύναμη, και όχι ο κανόνας, προβάλλει ως κυρίαρχη συνιστώσα ενός συστήματος, τότε ο μύθος της δύναμης –επειδή ακριβώς ο μύθος είναι μέρος της λογικής του συστήματος– λειτουργεί πολλαπλασιαστικά πάνω στους ευεπίφορους στην υποταγή. Πόσο μάλλον όταν η λογική του συστήματος προϋποθέτει την υποταγή για την επιβίωση. Άλλωστε, θα έχετε ίσως προσέξει ότι ο «μύθος» είναι μέρος της πολιτικής του Συγκροτήματος, που μάλιστα συνδυάζεται με συγκεκριμένες πολιτικές εκφοβισμού καιυποκρισίας. Ο Ψυχάρης εμφανέστερα λόγω ιδιοσυγκρασίας, ο Καραπαναγιώτης ανωνύμως διά των «Νέων», διεκπεραιώνουν μια συστηματική πολιτική ηθικής σπίλωσηςκαι εκφοβισμού όλων εκείνων που στη λογική του «συστήματος» αποτελούν έναν δυνάμει κίνδυνο. Αν κάποιος μπει στο στόχαστρο του Συγκροτήματος θα καταδικασθεί στηναφάνεια από αυτό. Οι λοιποί εισπράττουν απλώς το μήνυμα. Η υποκρισία επιχειρεί να συγκαλύψει την κατάλυση της νομιμότητας. Προσέξατε, όπως όλοι, την περισσή θρασύτητα του λόγου που αρθρώνει ο κ. Λαμπράκης: η κυβέρνηση ή ο υπουργός αποφασίζει να χρηματοδοτήσει το Μέγαρο. Η κυβέρνηση διορίζει τα μισά μέλη –όχι ασφαλώς αυτόν, τούτο θα ήταν ανεπίτρεπτο– του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΟΜΜΑ). Το Μέγαρο είναι νομικό πρόσωπο, δεν είναι προσωπική υπόθεση! Και ούτω καθεξής.
Ο κ. Πάγκαλος, όμως, μέχρι την ημέρα που διόρισε τον κ. Ψυχάρη στο Άγιον Όρος, είπε ότι όχι μόνον δεν είχε φιλικές σχέσεις με το Συγκρότημα, αλλά ότι πολεμήθηκε κιόλας από αυτό. Αν είναι έτσι, διαψεύδεται η άποψή σας ότι οι φίλα, προς τον κ. Λαμπράκη, προσκείμενοι πολιτικοί είναι εκείνοι που του τακτοποιούν τις δουλειές του.
Ακούστε, επειδή ο Πάγκαλος είναι κυκλοθυμικό άτομο, συνηθίζει να ομολογεί μέσα από τον λόγο που εκφέρει. Τι μας είπε; Ότι έκαμε μια έρευνα αγοράς και δεν βρήκε καλύτερον από τον κ. Ψυχάρη για τη θέση του Διοικητή του Αγίου Όρους. Δηλαδή, ο αντιπρόσωπος του ελληνικού λαού, έτσι έπρεπε να είναι, γυρνάει σ’ αυτόν και του λέει με θράσος ότι ανάμεσα στα δεκαπέντε εκατομμύρια των Ελλήνων, ο Ψυχάρης είναι ο καλύτερος. Επομένως, τα προσόντα που συγκεντρώνει ένα πρόσωπο πλήρως διαβλητό, με πολιτικό ορίζοντα σχεδόν περιμετρικό, με γραμματικές γνώσεις γυμνασίου παλαιού τύπου, τοποθετούνται στην κορυφή της αξιολογικής πυραμίδας του κ. Πάγκαλου και, εννοείται, της κυβέρνησης.
Ε, τώρα το παρατραβάτε λιγάκι! Και ο Μέιτζορ είναι απόφοιτος γυμνασίου, κι όμως έφτασε να κυβερνά τη Βρετανία.
Ο Μέιτζορ έχει εκλεγεί. Ο κ. Ψυχάρης απλώς διορίσθηκε. Πέραν του αισθητικού και αξιολογικού, τίθεται και ένα ζήτημα έξωθεν καλής μαρτυρίας της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση, με την επιλογή του, δεν τήρησε καν τα προσχήματα. Προκάλεσε το κοινό αίσθημα και τις πολιτικές ισορροπίες. Εξάλλου το γεγονός αποκαλύπτει και άλλες πτυχές. Διαβάσαμε ότι τον κ. Ψυχάρη, και άλλους της κατηγορίας του, τους φυλάνε αστυνομικοί. Αυτό σημαίνει ότι εγώ, ο Έλληνας πολίτης, ο κυρίαρχος, σύμφωνα με τη διακήρυξη του πολιτικού συστήματος, αποφάσισα να πληρώσω από την τσέπη μου για την ασφάλεια του κ. Ψυχάρη. Τούτο σημαίνει επίσης ότι στην κλίμακα των αξιών αυτού του τόπου, ο κ. Ψυχάρης αξιολογείται ως πλέον σημαντικός, απ’ όσο η ασφάλεια και η υγεία εκατοντάδων χιλιάδων μαθητών που στο σχολείο εκτίθενται καθημερινά σε κίνδυνο. Περιορίζομαι απλώς να σχολιάσω ότι οι σημαντικές αυτές λεπτομέρειες οφείλουν να μας οδηγήσουν στο αναγκαίο συμπέρασμα για την ποιότητα και την αντιπροσωπευτική συνείδηση και λειτουργία του πολιτικού προσωπικού της χώρας.
Δεν μου απαντήσατε, όμως, σ’ αυτό που σας ρώτησα προηγουμένως για τον κ. Πάγκαλο.
Ο κ. Πάγκαλος ομολογεί τις κρυφές του σκέψεις όταν δηλώνει ότι στο παρελθόν δεν έχαιρε της εκτιμήσεως του Συγκροτήματος. Και ομολογεί δύο πράγματα: πρώτον, ότι ο ιδιοκτήτης του ΜΜΕ κ. Λαμπράκης αποφασίζει, χωρίς να έχει τη σχετική νομιμοποίηση, για την πολιτική. Και δεύτερον, ότι έπρεπε να κάμει μια μείζονος σημασίας πολιτική χειρονομία απέναντι στο Συγκρότημα για να επανακτήσει την εύνοιά του. Στην καλύτερη περίπτωση έλαβε εντολή από τον πρωθυπουργό.
Όταν συνεργαζόσασταν με τα «Νέα» όλα αυτά που λέτε σήμερα για τον Λαμπράκη σάς ήταν εντελώς άγνωστα;
Πρώτον, μια συνεργασία αυτή καθεαυτή δεν είναι επιλήψιμη εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για να γίνει επιλήψιμη. Η συνεργασία μου με το Συγκρότημα υπήρξε από την αρχή έως το τέλος απολύτως τυπική. Είναι ζήτημα αν συνάντησα περισσότερες από δύο φορές τον κ. Λαμπράκη στο διάστημα οκτώ ετών. Με τον διευθυντή της εφημερίδας, τον κ. Καραπαναγιώτη, παρέμεινα εξίσου τυπικός, και για τον πρόσθετο λόγο ότι ο άνθρωπος δεν προσφέρεται για κάτι περισσότερο. Δεύτερον, δεν πρέπει να αγνοείτε ότι εγώ συνεργαζόμουν με τα «Νέα», αρθρογραφούσα σ’ αυτά, μια φορά τον μήνα, έως το 1989. Πριν δηλαδή από την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης, που μετέβαλε άρδην τα πράγματα. Η προηγούμενη επιρροή έγινε στη συνέχεια θηλιά στον λαιμό της πολιτικής τάξης. Εγώ, όταν βρέθηκα αντιμέτωπος με τη «δυσοσμία», εγκατέλειψα τη συνεργασία μου στα «Νέα» και μάλιστα βιαίως.
Θα ήθελα να μιλήσουμε λίγο για τον άνθρωπο Λαμπράκη. Εγώ τον έχω δει μία μόνο φορά στη ζωή μου και δεν έχουμε μιλήσει ποτέ. Συνταξιδεύαμε πέρυσι από το Παρίσι. Καθόταν στις οικονομικές θέσεις. Μου έκανε εντύπωση. Όταν φτάσαμε στην Αθήνα, περίμενε μαζί μας, πολλή ώρα, να βγουν οι αποσκευές. Δεν ήρθε κάποιος παρατρεχάμενος, όπως συμβαίνει με πολλούς. Μόνος του πήρε τις βαλίτσες. Πέρασε από τον τελωνειακό έλεγχο, τον ψάξανε κιόλας, και βγήκε ως, πώς να το πω… φυσιολογικός άνθρωπος. Αυτό, σας ομολογώ, μου άρεσε πολύ.
Επισημαίνω ότι η διατύπωσή σας περιέχει ένα στοιχείο υπερβολής. Ο τελωνειακός έλεγχος από χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έπαψε από αρκετά χρόνια. Εν πάση περιπτώσει, αν θα ήθελα να είμαι κακόπιστος, θα σας έλεγα ότι ταξίδευε έτσι ακριβώς για να δημιουργήσει την εικόνα του. Και το πέτυχε. Παρ’ όλα αυτά αποδέχομαι πως στην ιδιωτική του ζωή είναι απλός και ίσως ανθρώπινος. Δεν το γνωρίζω. Θυμάμαι ότι η αδελφή του η Λένα Σαββίδη έφερνε καθημερινά σε τάπερ φαγητό στον Νίκο Σβορώνο, όταν τις τελευταίες του στιγμές ήταν στο νοσοκομείο. Το συγκράτησα. Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι ο ιδιώτης Λαμπράκης, δεν είναι καν ο Λαμπράκης και τα παραρτήματά του. Είναι το «σύστημα Λαμπράκη». Όταν πριν από λίγα χρόνια άκουσα τη σύζυγο του τότε πρωθυπουργού να ανεβάζει το έργο του κ. Λαμπράκη στη βαθμίδα του Παρθενώνα, σχολίασα, βαθιά προσβεβλημένος ως άνθρωπος και ως πολίτης της Ελλάδας, ότι γίναμε «το Λαμπρακιστάν στη χώρα της Μιμιλάνδης». Ήθελα να αποδώσω μεταφορικά και συμβολικά το σύστημα αυτό, καθόσον εισάγει την απόκλιση από την πρωτοπορία της εξέλιξης, μας μεταφέρει στον «Τρίτο Κόσμο» με όλα τα στοιχεία της τραγωδίας που συμβολίζει το γελοίον της εξουσίας. Αν μη τι άλλο, τον Παρθενώνα τον δημιούργησε ο λαός με απευθείας απόφασή του, ύστερα από πρόταση του Περικλή. Εν προκειμένω, ο πρωθυπουργός με τη δήλωση της συζύγου του συνομολόγησε την ανικανότητα ή, αν θέλετε, την αδιαφορία της εξουσίας να πραγματοποιήσει οφειλόμενα έργα και φυσικά την ομηρία της στον κ. Λαμπράκη. Ο κ. Λαμπράκης είναι ένας άνθρωπος του παρασκηνίου. Δεν βγαίνει στο φως, δεν επεδίωξε ποτέ να αποκτήσει δημόσια νομιμοποίηση. Περιφρονεί βαθύτατα τους πολιτικούς που τον υπηρετούν ενώ συγχρόνως διακατέχεται από μια απωθημένη δίψα για εξουσία. Στο μέτρο που αδυνατεί να ασκήσει την εξουσία με όρους δημοσιότητας και νομιμοποίησης λειτουργεί διχαστικά.
Δηλαδή;
Εμφανίζεται να βιώνει μια απλή καθημερινή εικόνα. Συγχρόνως, κάνει πλήρη χρήση της δύναμής του στο παρασκήνιο. Έχει, επίσης, μια υψηλή αντίληψη για το άτομό του και την πολιτική, που δεν του επιτρέπει να λειτουργεί μέσα στους θεσμούς. Η διχαστική του διάσταση είναι προφανής και στις επιλογές των προσώπων που τον περιβάλλουν. Τα πρόσωπα που έχει επιλέξει ως επικεφαλής των εφημερίδων του έχουν μια απαλλοτριωμένη προσωπικότητα, είναι πρόθυμα να διεκπεραιώσουν τις «δουλειές» που επιθυμεί, αλλά αχρεωστήτως γι’ αυτόν. Με χαμηλό δείκτη καλλιέργειας.
Μιλήσατε προηγουμένως για τη διεύρυνση των ενδιαφερόντων του Συγκροτήματος Λαμπράκη στην παιδεία και αλλού.
Θα είχε ενδιαφέρον να καταγραφούν οι περιοχές δράσης του και οι διαπλοκές της με άλλους παράγοντες και με την πολιτική. Σε σχέση με την παιδεία, περιορίζομαι να πω ότι στην περίπτωση Ψυχάρη αποκαλύπτει απλώς ένα παγιωμένο καθεστώς σήψης, που στην περίπτωση του Παντείου αναδύει ίσως εντονότερη μια αποπνικτική δυσοσμία.
Γιατί δεν γίνεστε πιο συγκεκριμένος;
Τα «απόκρυφα» του φαινομένου αυτού θα δουν κάποια στιγμή το φως. Ως προς το ζήτημα «Λαμπράκης», δεν έχετε παρά να αναζητήσετε τον κατάλογο των συνεργατών του Συγκροτήματος στο Τμήμα Επικοινωνίας. Τα τελευταία χρόνια έχει επιβληθεί ένα οιονεί μονοπώλιο. Θα θυμάστε ίσως ότι η πρόκληση αυτή προκάλεσε την οργή γνωστού σκηνοθέτη, που απεπέμφθη με ιδιάζοντα τρόπο προκειμένου να καταλάβει τη θέση του ο κ. Καραπαναγιώτης, και ο οποίος ανακοίνωσε ένα νέο τηλεοπτικό σίριαλ με θέμα: «ο κύριος πρύτανης».
Στο θέμα του Μεγάρου δεν βρίσκετε ότι ο κ. Λαμπράκης συνέβαλε καθοριστικά στα μουσικά πράγματα του τόπου;
Απαντώ αβιάστως, ναι. Το πρόβλημα όμως τίθεται διαφορετικά. Το Μέγαρο αποτελεί έναν αποκαλυπτικό δείκτη υποταγής της πολιτικής σε ένα ιδιώτη. Το Μέγαρο δεν κατασκευάσθηκε ούτε λειτουργεί δαπάναις του κ. Λαμπράκη. Δεν είναι ευεργέτης ο κ. Λαμπράκης. Το κράτος, δηλαδή εμείς όλοι, είμαστε οι χορηγοί της δράσης του. Υπάρχει μια ανωμαλία. Δεν ιδιωτικοποιεί η κυβέρνηση έναν χώρο του δημοσίου αντί ορισμένου τιμήματος. Ο κ. Λαμπράκης υπεισήλθε σε ένα χώρο του δημοσίου και τον διαχειρίζεται κατά το δοκούν ως ιδιώτης, χωρίς καμία νομιμοποίηση και κανένα έλεγχο. Ο δημόσιος χώρος και οι εντεταλμένοι διαχειριστές του, οι πολιτικοί, έχουν περιέλθει στην περιοχή ενδιαφέροντος του κ. Λαμπράκη. Πέραν του ότι έχει ανατραπεί η αντιπροσωπευτική λειτουργία της εξουσίας, ομολογείται ότι οι πολιτικοί είναι ανεπαρκείς, δεν ανταποκρίνονται στο έργο τους. Το ερώτημα είναι αμείλικτο: Γιατί να «αναθέτουμε» την εξουσία σε μεσάζοντες κι όχι απευθείας στους εξουσιαστές; Έτσι τουλάχιστον θα θεσμοθετηθεί η λειτουργία της ιδιωτικής εξουσίας. Αρκεί άραγε να μένουμε στις πυραμίδες των Φαραώ χωρίς να συνεκτιμάμε ότι είχαν υποβάλει σε ένα σύστημα ιδιωτικής ιδιοκτησίας την κοινωνία; Υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα, συναφές με την υπόθεση Ψυχάρη: Τι αντιπροσωπεύει ο κ. Λαμπράκης για να του εμπιστεύεται η πολιτεία τον πολιτισμό; Ποιο είναι το έργο του, πέραν του πολυσυζητημένου «λιμπρέτου» που το ευλόγησε ο ίδιος στο Μέγαρο; Αρκεί το επιχείρημα ότι διαθέτει μουσική καλλιέργεια; Είναι άραγε ο μόνος; Και τότε θα ρωτήσω: Πόσες δράσεις της εκχώρησε η πολιτεία στον Χατζιδάκι, στον Μητρόπουλο και τόσους άλλους; Πέστε μου όμως: ο κ. Λαμπράκης είναι ένας πολίτης όπως όλοι μας∙ μπορείτε να φαντασθείτε ποια απάντηση θα εισέπραττα εγώ (ή όποιος άλλος πολίτης) εάν ζητούσα από το κράτος να μου χρηματοδοτήσει ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο, για παράδειγμα ένα Ίδρυμα Πολιτικής; Ασφαλώς, γνωρίζουμε όλοι ότι όταν μονοπωλείται ένας χώρος κάποιοι αποκλείονται, και μαζί τους μαραίνεται η δημιουργία, τουλάχιστον το διαφορετικό. Στη Γαλλία ο Μιτεράν δημιούργησε την περίφημη Όπερα της Βαστίλης, δεν εκχώρησε σε έναν ιδιώτη τη σχετική αρμοδιότητα.
Για να επανέλθουμε, κ. Κοντογιώργη. Πού νομίζετε ότι εστιάζεται η ευθύνη;
Ο Θουκυδίδης λέει κάπου ότι δεν έχει να προσάψει κάτι σ’ αυτούς που επιθυμούν να δεσπόσουν αλλά σ’ εκείνους που είναι προδιατεθειμένοι να υποκύψουν. Προσωπικά πιστεύω ότι απαιτείται η οικοδόμηση ενός συστήματος που, όπως είπα, θα αποτρέπει την επιβολή της δύναμης και του παρασκηνίου. Οι κοινωνίες που κυριαρχήθηκαν από την ιδιωτική δύναμη δεν άργησαν να συντριβούν κάτω από τα ερείπια των μελών της. Η πολιτική τάξη της χώρας τελεί υπό καθεστώς ομηρίας, ένα συναίσθημα φόβου είναι διάχυτο γύρω μας. Η νομιμότητα του πολιτικού συστήματος έχει σε μεγάλη έκταση καταλυθεί και ο δημόσιος πλούτος λεηλατείται. Πιο ανησυχητικό ωστόσο από τον διορισμότου κ. Ψυχάρη είναι το φαινόμενο της άρνησής του να αποσυρθεί και της εμμονής της κυβέρνησης στην αποκαλυπτική επιλογή της. Και είναι ανησυχητικό διότι καταδεικνύει πόσο βαθιά είναι ριζωμένη η ομηρία της πολιτικής ηγεσίας και κυρίως η βούληση του «συστήματος Λαμπράκη» να ηγεμονεύσει με κάθε τρόπο.

[1] Συνέντευξη της οποίας μια εκδοχή δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία,(25/11/1996) μεδημοσιογράφο τον Χρήστο Μιχαηλίδη: «Η συνέντευξη με τον Γιώργο Κοντογιώργη δεν “αντέχει” σε προλόγους και επίλογους. Τα πρόσωπα για τα οποία θα συζητήσουμε δεν χρειάζονται συστάσεις. Τα θέματα που θα αγγίξουμε, ασχέτως αν δεν τα αισθανόμαστε πάντα, αγγίζουν όλους μας: έχουν να κάμουν, θα πει ο συνομιλητής μας, με τη φυσιογνωμία της κοινωνίας μας, με τη δυνατότητά μας, ως πολίτες, να παρεμβαίνουμε αποτελεσματικά, να γνωρίζουμε ποιοι αποφασίζουν στο όνομα της δημοκρατίας, ποιοι διαμορφώνουν τη μοίρα αυτού του τόπου. Ο κ. Κοντογιώργης, μέσα από όλα αυτά, θα μας μιλήσει για το “φαινόμενο Λαμπράκη”, όπως το ονομάζει, καθώς και για τις “παρενέργειές” του. Μία απ’ αυτές είναι και η επίκαιρη ιστορία με τον διορισμό του κ. Σταύρου Ψυχάρη, εκδότη-διευθυντή του Βήματος, στη θέση του διοικητή του Αγίου Όρους. Ο πρώην πρύτανης του Παντείου αρθρογράφησε για πολλά χρόνια στη στήλη «Τρίτη Άποψη» των «Νέων», έχει διατελέσει υπηρεσιακός υπουργός Τύπου, στις εκλογές του 1993, ενώ το 1985 και το 1989, ως επικεφαλής της ΕΡΤ, για μικρό διάστημα, συνέδεσε το όνομά του με τη “δημοκρατική της άνοιξη”. Ο ίδιος ως πολιτικός επιστήμων, αρμόδιος σε θέματα επικοινωνίας και αναλυτής της πολιτικής μας ζωής, γνωρίζει τα πράγματα καλά, από μέσα. Στη συζήτηση που ακολουθεί, θα τα πούμε όλα».

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου